Φωτογραφία φύσης στην Ελλάδα
Φωτογραφία φύσης στην Ελλάδα
Φωτογραφίζοντας την ελληνική φύση
Το αντικείμενο της φωτογραφίας φύσης
Η φωτογραφία φύσης είναι ένα κέλυφος φωτογραφικών θεμάτων, μέσα στο οποίο περιλαμβάνονται το τοπίο, τα φυσικά φαινόμενα, τα φυτά και τα ζώα. Πιο συγκεκριμένα, περιλαμβάνει τη φωτογραφία τοπίου, τη φωτογραφία άγριας φύσης και τη μακροφωτογραφία φύσης.

Οι κορυφές του Ολύμπου, μπροστά η πεπλατυσμένη κορυφή Στεφάνι, πίσω ο αιχμηρός Μύτικας
Πατήστε για μεγέθυνση
Οι κορυφές του Ολύμπου, μπροστά η πεπλατυσμένη κορυφή Στεφάνι, πίσω ο αιχμηρός Μύτικας
Η φωτογραφία τοπίου εστιάζει στην απεικόνιση μεγάλων φυσικών ενοτήτων, όπως θάλασσες, βουνά, δάση, αγροτικά τοπία, ή συγκεκριμένων στοιχείων, όπως ποτάμια, λίμνες, καταρράκτες, ακτές, γεωμορφές, αλλά και σε πιο αφαιρετικές συνθέσεις, όπως γεωμετρικές δομές, μορφές του αναγλύφου ή σχήματα του φωτός.
Η φωτογραφία άγριας φύσης εστιάζει στην απεικόνιση άγριων ζώων - δηλαδή ζώων που δεν προέρχονται από εξημέρωση ή αιχμαλωσία και τρέφονται αυτόνομα στη φύση - μέσα στο φυσικό περιβάλλον τους.
Η μακροφωτογραφία εστιάζει σε ζωντανούς οργανισμούς, συνήθως έντομα ή φυτά, αλλά και δομές και πρότυπα μικρού μεγέθους.
Ο σκοπός της φωτογραφίας φύσης
Αρχικά, η φωτογραφία φύσης είχε ως σκοπό τη δημιουργία ενδιαφερόντων και ενδεχομένως ευχάριστων ή εντυπωσιακών διακοσμητικών μοτίβων, ως συνέχεια των νατουραλιστικών ζωγραφικών έργων, όπως οι θαλασσογραφίες, η τοπιογραφία και τα βουκολικά θέματα.

Κυκλάμινο, Εθνικός Δρυμός Οίτης
Σταδιακά, και με την εξέλιξη των μέσων, τόσο του φιλμ, όσο και του υπόλοιπου εξοπλισμού, η φωτογραφία φύσης εστίασε στην αποκάλυψη απομακρυσμένων, σπανίως επαναλαμβανόμενων ή δύσκολα προσεγγίσιμων θεμάτων, όπως τα τοπία της ζούγκλας, των ορεινών ή πολικών περιοχών, τα άγρια ζώα και τα εντυπωσιακά φυτά και έντομα. Από τα τέλη του 20ου και ειδικά μέσα στον 21ο αιώνα, η φωτογραφία φύσης συνυφάνθηκε στενά με το κίνημα προστασίας των φυσικών τοπίων και των οργανισμών και αποτέλεσε αναπόσπαστο τμήμα της οποιασδήποτε συζήτησης αξιολόγησης, εκλαΐκευσης ή υποστήριξής τους.
Που και πως
Κάθε σπιθαμή του πλανήτη διατηρεί σε κάποιο βαθμό φυσικά χαρακτηριστικά και μπορεί δυνητικά να φιλοξενεί κάποια μορφή ζωής. Κατά συνέπεια, όλος ο διαθέσιμος χώρος είναι κατάλληλος για τη φωτογράφιση φυσικών θεμάτων. Προφανώς περιοχές με μικρότερη ανθρώπινη όχληση, απομονωμένες ή προφυλαγμένες από πηγές μεγάλης έντασης φιλοξενούν περισσότερα, σπανιότερα ή πιο απαιτητικά είδη, που κατά τεκμήριο θεωρούνται αξιολογότερα ως φωτογραφικά αντικείμενα. Οι περιοχές αυτές μπορεί να είναι θεσμικά προστατευόμενες περιοχές, όπως το καθεστώς του Εθνικού Πάρκου ή άλλο παρεμφερές νομικό πλαίσιο, ή απλώς θέσεις με αναγκαία για την άγρια ζωή στοιχεία. Στο κεφάλαιο αυτό θα δώσουμε πιο κάτω σημειώσεις για μερικά από τα εθνικά πάρκα της χώρας, με ενδείξεις για τα τοπία, τα φυτά και τα ζώα που μπορεί να φωτογραφίσει κανείς εκεί.

Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς και οι χειμερινοί μήνες είναι ο καταλληλότερος χωροχρόνος για να φωτογραφίσουμε τσίφτες (Milvus migrans)
Το τι θα καταφέρουμε να φωτογραφίσουμε σε κάθε τόπο εξαρτάται προφανώς από τα είδη που ενδημούν, εποχικά ή μόνιμα και συναρτάται με την πυκνότητα των πληθυσμών τους. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν παράγοντες που επιδρούν θετικά, άλλοι που επηρεάζουν αρνητικά και κάποιοι που λειτουργούν αμφίδρομα. Για παράδειγμα, η κτηνοτροφία, όπου διατηρείται με την παραδοσιακή μορφή της, συνυφαίνεται θετικά με το οικοσύστημα και εν γένει ευνοεί την παρουσία των σαρκοφάγων θηλαστικών και πουλιών. Ακόμα και η εκτροφή βοοειδών, με την εκτατική μορφή που έχει στο μεγαλύτερο μέρος της ορεινής Ελλάδας, διασπείροντας ζωοτροφές και δημιουργώντας ατελείωτους σωρούς κοπριάς ευνοεί τους πληθυσμους των οπορτουνιστικών και εντομοφάγων πουλιών, που με τη σειρά τους προσελκύουν θηρευτές. Αντίθετα, το κυνήγι επηρεάζει αρνητικά τις πιθανότητες να δούμε τα ευαίσθητα είδη, όχι μόνο γιατί μειώνει τους πληθυσμούς, αλλά γιατί επί μήνες σπέρνει τον πανικό στα ζώα, που αποσύρονται όσο πιο μακριά μπορούν. Τέλος, όλα τα πιο πάνω εξαρτώνται άμεσα από την επέκταση της ορεινής οδοποΐας, που από τη μια αυξάνει την όχληση που δέχεται το μέρος, αλλά από την άλλη διευκολύνει τους φωτογράφους να προσεγγίζουν δυσπρόσιτες περιοχές.

Προφανώς, το Καλμοτσίχλονο (Emberiza schoeniclus) πρέπει να αναζητηθεί μέσα σε μεγάλους καλαμιώνες
Μπορούμε να σχηματίσουμε μια ακριβή εικόνα για τα είδη που ζουν σε μια περιοχή αναζητώντας πληροφορίες από άλλους φωτογράφους - εδώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν καθοριστικό ρόλο -, από έρευνες και μελέτες (πιο έγκυρα είναι τα διδακτορικά και οι ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες), από ιστοτόπους επίσημων φορέων ή αναγνωρισμένων φυσιοδιφών και άλλες ασφαλείς πηγές. Πάντα προσέχουμε την ένδειξη σπανιότητας που έχει επισημάνει ο ερευνητής - αν ένας έμπειρος βιολόγος άγριας ζωής αναφέρει ως τοπικά σπάνιο ή σποραδικά παρόν ένα είδος, οι πιθανότητες να το φωτογραφίσουμε είναι μικρές - καθώς και το βιότοπο και το υψόμετρο και κινούμαστε ανάλογα. Η συμμετοχή σε ομάδες φωτογράφων ή περιβαλλοντικές οργανώσεις είναι προφανώς ο καλύτερος τρόπος όχι μόνο να πάρουμε πληροροφορίες, αλλά κυρίως να μεταφέρουμε σε άλλους τις δικές μας εμπειρίες και να βοηθήσουμε την προαγωγή της γνώσης και της προστασίας του αγαπημένου αντικειμένου μας.

Το hide της Wildlife Explorers στη Λύρα Έβρου
Το ερώτημα "πως" έχει πολλές απαντήσεις, που όλες έχουν μια κοινή ρίζα: πηγαίνοντας όσο πιο συχνά γίνεται "εκεί". Η φωτογραφία φύσης θέλει εξοπλισμό, γνώσεις, αντοχή, υπομονή, αλλά κυρίως χρόνο. Η Τύχη είναι μια μυθολογική οντότητα, πίσω από την οποία κρύβεται η αληθινή διάσταση της προσπάθειας: ο χρόνος παραμονής σε μια περιοχή δημιουργεί τις ευκαιρίες, οπότε "τύχη" είναι ίσως η κρυφή ψυχική προετοιμασία να αδράξεις την ευκαιρία.
Τεχνικά, το "πως" της φωτογραφίας φύσης στην ουσία περιλαμβάνει μεθόδους αύξησης των πιθανοτήτων καρποφόρας συνάντησης με τα ζώα, όπως:
- η παρακολούθηση ιχνών και ντορών στο δάσος, τους χωματόδρομους, το χιόνι ή τη λάσπη, καθώς και ο εντοπισμός πολυσύχναστων σημείων, όπως οι λούτσες των ελαφιών και των αγριογούρουνων, τα σημεία ποτισμού ή μπάνιου των πουλιών, οι τουαλέτες των ασβών κλπ,
- την αναζήτηση ζώων σε διάφορα περιβάλλοντα, που το καθένα έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες και δυσκολίες, για παράδειγμα τη φωτογράφιση στην αλπική ζώνη, τη φωτογράφιση στο χιονισμένο πεδίο, τη νυχτερινή φωτογράφιση, την περιδιάβαση δασικών δρόμων το ξημέρωμα ή το σούρουπο, τη φωτογράφιση σε συνθήκες κακοκαιρίας,
- η αναμονή σε εξέχοντα τοπόσημα της περιοχής (πηγές, κορυφές, διάσελα, διβάρια, μπούκες, σημεία που οι επισκέπτες ταΐζουν τα ζώα, σκουπιδότοποι και πολλά άλλα που αναλύονται στο σχετικό κεφάλαιο),
- η χρήση φυλάχτρας (hide), δηλαδή οι διάφορες τεχνικές απόκρυψης ή καμουφλάζ,
- η χρήση μέσων πρόσκλησης των ζώων, στις περισσότερες περιπτώσεις ηχητικό κάλεσμα πουλιών και σπανιότερα τοποθέτηση τροφής,
- η αποτύπωση της παρουσίας των ζώων καταγράφοντας με το GPS του κινητού, στην κατάλληλη εφαρμογή, το είδος, τη θέση παρατήρησης και τον τύπο συμπεριφοράς του (τροφοληψία, ανάπαυση, κούρνιασμα, ζευγάρωμα κλπ) και δημιουργώντας ένα χάρτη του ζώου, που θα μας επιτρέψει να περιγράψουμε το πρότυπο κίνησής του,
- η παρακολούθηση της κίνησης των ζώων με τη βοήθεια trail camera,
- η μίσθωση των υπηρεσιών ενός επαγγελματία guide, είτε συμμετέχοντας σε ένα ταξίδι με άλλους, είτε - ακόμα καλύτερα - συνταξιδεύοντας με τον οδηγό, σε ένα είδος private road trip.
Οι τόποι

Στον Εθνικό Δρυμό Οίτης, απέναντι από τη Γκιώνα και τα Βαρδούσια
Πατήστε για μεγέθυνση
Στον Εθνικό Δρυμό Οίτης, απέναντι από τη Γκιώνα και τα Βαρδούσια
Πατήστε σε ένα πολύγωνο για άνοιγμα της αναλυτικής σελίδας
Όλες οι προστατευόμενες περιοχές στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα κατάλληλες για την άσκηση των τριών τύπων φωτογραφίας φύσης, δηλαδή φωτογραφίας τοπίου, φωτογραφίας άγριας φύσης και μακροφωτογραφίας. Στα λήμματα που ακολουθούν κάνουμε μια επιγραμματική αναφορά στις φωτογραφικές ευκαιρίες που προσφέρουν τα ελληνικά Εθνικά Πάρκα, χερσαία, υγροτοπικά και θαλάσσια.
1. Εθνικός Δρυμός Ολύμπου

Πανσέληνος στο Ξερολάκι και τις ψηλές κορυφές
Πατήστε για μεγέθυνση
Πανσέληνος στο Ξερολάκι και τις ψηλές κορυφές
Ο Εθνικός Δρυμός Ολύμπου είναι αναμφίβολα ένας από τα πιο πλούσιους τόπους για κάθε είδος φωτογραφίας φύσης. Οι κορυφές του είναι όχι μόνο οι ψηλότερες στην Ελλάδα αλλά και οι πιο εντυπωσιακές και εμβληματικές: μακράν οι πιο φωτογραφημένες και αναγνωρίσιμες κορυφές στην χώρα. Στο οροπέδιο των Μουσών, τα αγριόγιδα είναι τόσο εξοικειωμένα με τους επισκέπτες που μπορεί κανείς να τα φωτογραφίσει και με το κινητό. Τέλος, όλη η αλπική ζώνη είναι κατάστικτη από πανέμορφα αγριολούλουδα, τα περισσότερα από τα οποία είναι ενδημικά του συγκεκριμένου τόπου.

Φωτογραφίζοντας το Στεφάνι και το Μύτικα, Εθνικός Δρυμός Ολύμπου
Πιο συγκεκριμένα, σε ότι αφορά στο τοπίο,τα κυριότερα φωτογραφικά θέματα στον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου είναι τα πιο κάτω:
- τα αλπικά οροπέδια, όπως το Οροπέδιο των Μουσών και η Μπάρα,
- οι απέραντες ορθοπλαγιές των κορυφών, όπως ο Μύτικας, το Στεφάνι, αλλά και η Ζηλνιά,
- τα ορεινά ποτάμια, όπως ο Ενιπέας
- τα μεγάλα αμφιθέατρα, όπως τα Καζάνια.
Σε ότι αφορά στη φωτογραφία άγριας ζωής, στον Όλυμπο μπορούμε να φωτογραφίσουμε θέματα όπως:

Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra)
Το Αγριόγιδο διατηρεί στον Όλυμπο τον μεγαλύτερο πληθυσμό του είδους στην Ελλάδα. Τα ζώα στο Οροπέδιο των Μουσών έχουν συνηθίζει την ανθρώπινη παρουσία και προσφέρουν ανεξάντλητα θέματα με φόντο το Στεφάνι, το τοπίο στις Πόρτες, τις ομίχλες από τα Καζάνια ή το Μπαρμπαλά κλπ.

Κιτρινοκαλιακούδες (Pyrrhocorax graculus)
Στον Όλυμπο, τα αλπικά πουλιά και ειδικά ο Χιονοψάλτης, η Κιτρινοκαλιακούδα και η σπάνια Κοκκινοκαλιακούδα, θέματα που δύσκολα προσεγγίζονται σε άλλα βουνά, εδώ είναι εξαιρετικά προσιτά. Είναι χαρακτηριστική η εξαιρετικά φιλική παρουσία του Χιονοψάλτη στον ελάχιστο χώρο της κορυφής του Μύτικα, όπου τριγυρνά ανάμεσα στα πόδια των ορειβατών. Οι καλιακούδες, επίσης, έχουν αντιληφθεί ότι τα καταφύγια μπορούν να τους χαρίσουν λίγη εύκολη τροφή και περιφέρονται με εμπιστοσύνη γύρω από τα κτήρια, ξέροντας ότι απολαμβάνουν το θαυμασμό και την προστασία των ορειβατών.
Μαζί με τις κραυγές των δυο ειδών καλιακούδων ακούγονται τα βραχνά καλέσματα του Κόρακα, ο τεράστιος Χρυσαετός παρενοχλείται από μικροσκοπικά Βραχοκιρκίνεζα και όλα αυτά παρέα με τα ευρείας υψομετρικής κατανομής φανέτα και σταχτοπετροκλήδες.
Πολύ λιγότερο εμφανής, η Χιονάδα είναι παρούσα και εδώ, όπως και ο Χιονοψάλτης, που ωστόσο παραμένει απόμακρος και δυσεύρετος κοντά στα βράχια. Τέλος, ο Τοιχοδρόμος ανεβαίνει και εδώ το καλοκαίρι στα αλπικά βράχια. Μαζί με τους Χιονόστρουθους και τις Χιονάδες θα δούμε και λίγες Μικρογαλιάντρες.
Περισσότερα στοιχεία για το περιβάλλον και τα πουλιά της ζώνης αυτής θα βρείτε στο κεφάλαιο Τα πουλιά της αλπικής ζώνης του Εθνικού Δρυμού Ολύμπου.

Σταυρομύτης (Loxia curvirostra)
Τα πουλιά που αξίζει να παρακολουθήσουμε και να φωτογραφίσουμε στο δάσος των ρόμπολων είναι ο Σταυρομύτης, που όλο το καλοκαίρι αξιοποιεί μετά μανίας τα κουκουνάρια του υποαλπικού αυτού πεύκου, πριν κατέβει χαμηλότερα με τα πρώτα χιόνια, οι Χιονάδες, που κερδίζουν ύψος στην αρχή του καλοκαιριού κρυμμένες στα ψηλά αγροστώδη, ο Μαύρος Δρυοκολάπτης, που κυριαρχεί στα υψόμετρα αυτά, ο Βουνοδεντροβάτης, που το καλοκαίρι αφήνει τα μαυρόπευκα στον ξάδερφό του τον Καμποδεντροβάτη για να εξερευνήσει το φολιδωτό κορμό των ρόμπολων και τέλος το Διπλοσάινο, που βρίσκει εδώ το πεδίο και τα θηράματα που προτιμά.
Για να φωτογραφίσουμε Σταυρομύτες, επιλέγουμε ρόμπολα που έχουν ώριμα κουκουνάρια στα κλαδιά της κώμης, ώστε να μπορέσουμε να απομονώσουμε κάπως το θέμα μας. Αντίστοιχα, ο Βουνοδεντροβάτης αποτυπώνεται καλύτερα - και μπορεί να διακριθεί από τον πολύ παρόμοιο Καμποδεντροβάτη - όταν ξεφοντάρει στο πλάι του κορμού. Ο Μαύρος δρυοκολάπτης διεκδικεί έντονα το χώρο του και μπορεί να έρθει να μας περιεργαστεί από την κορυφή ενός ξερού κορμού. Τέλος, οι Χιονάδες θέλουν πολύ προσεκτική παρατήρηση για να εντοπιστούν μέσα στο ψηλό χορτάρι της υποαλπικής ζώνης.
Περισσότερα στοιχεία για το φυσικό περιβάλλον και την ορνιθοπανίδα των ρόμπολων θα βρείτε στο κεφάλαιο Τα πουλιά των ρόμπολων στον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου.

Χρυσαετός (Aquila chrysaetos)
Τα κύρια αρπακτικά πουλιά στην ανώτερη ζώνη του Ολύμπου είναι ο Χρυσαετός, ο Γερακαετός και ο Πετρίτης.
Ο φωτογράφος των αλπικών φυτών θα βρει εδώ τον παράδεισό του, καθώς τόσο τα λιβάδια, αλλά κυρίως οι βραχώνες είναι καταστόλιστοι από σπανιότατα φυτά. Χαρακτηριστικές ζώνες είναι οι πιο κάτω:
- το Οροπέδιο των Μουσών, τόπος φιλοξενίας πολλών ειδών των αλπικών λιβαδιών,
- οι βραχώδεις ζώνες στη βάση του Στεφανιού και του Μύτικα,
- η χαράδρα του Ενιπέα, κατάστικτη από σπάνια φυτά των φαραγγιών,
- το δάσος των ρόμπολων, βιότοπο πολλών σπάνιων βραχόβιων ή δασόβιων φυτών,
- η χαράδρα του Ξερολακιού, ένα σπάνιο οικοσύστημα με δεκάδες σπάνια φυτά.

Campanula oreadum, ενδημικό των αλπικών βράχων του Ολύμπου
Η αλπική ζώνη του Ολύμπου είναι η μοναδική περιοχή στην Ελλάδα με υψόμετρο πάνω από 2600 μ. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο που αυτό το "νησί υψομέτρου" κατοικείται από εξίσου μοναδικούς οργανισμούς, κυρίως φυτικούς. Έτσι, στη βάση κάθε οροπλαγιάς και στο περίγραμμα κάθε βραχώνα θα βρούμε ένα ή περισσότερα σπανιότατα και συνήθως στενοενδημικά φυτά, που προφανώς δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στον κόσμο.
Η Campanula oreadum, δηλαδή η καμπανούλα των ορέων, είναι ένα από αυτά τα φυτά. Θα η βρούμε στη βάση του Στεφανιού και στο Λούκι του Μύτικα.

Moneses uniflora, ένα από τα στολίδια του τάπητα των ρόμπολων
Το δάσος των ορεινών κωνοφόρων δημιουργεί ένα σκιερό και ελάχιστα φιλόξενο τάπητα με πευκοβελόνες, τον οποίο λίγα φυτά αποικύν. Το δάσος των ρόμπολων είναι μια εξαίρεση, καθώς είναι πολύ φωτεινό, με πολλά ανοίγματα και βράχια, που προσελκύουν δεκάδες είδη, ανάμεσα στα οποία μερικά ιδιαίτερα καλαίσθητα.
Η Moneses uniflora είναι ένα από αυτά τα φυτά που, χωρίς να είναι σπάνια, είναι τόσο διακριτική που συνήθως διαφεύγει της προσοχής μας.

Ramonda heldreichii, το κόσμημα του Ολύμπου
Οι βραχώδεις παρειές του Ξερολακκίου είναι ο τυπικός βιότοπος της Ramonda heldreichii, ενός εξαιρετικά σπάνιου τροπικού φυτού που διασώζεται μόνο σε λίγες θέσεις του Ολύμπου. Το φυτό είναι τοπικά άθφονο και είναι σχετικά εύκολο να βρεθεί, μην ξεχνάμε όμως ότι αυτός ο πληθυσμός είναι ο μοναδικός παγκόσμια και πρέπει να προστατευτεί.
Δεκάδες άλλα σπάνια είδη στολίζουν τα βράχια και τον τάπητα του δάσους.
Τέλος, ο γνώστης των πεταλούδων θα βρεί στον Όλυμπο πολλά σπάνια είδη.
2. Εθνικός Δρυμός Παρνασσού
Δεύτερος παλαιότερος εθνικός δρυμός της χώρας, μετά τον Όλυμπο, ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού δεν είχε την ευτυχή πορεία του προγόνου του. Αρχικά, σχεδιάστηκε κυρίως για την προστασία του Δελφικού Τοπίου, δηλαδή την αποφυγή δημιουργίας τουριστικών υποδομών στη στέψη των Φιαδριάδων και έτσι ο πυρήνας αυστηρής προστασίας οριοθετήθηκε γύρω από το ελατόδασος του Δυτικού Παρνασσού, αφήνοντας ευάλωτη τη ζώνη των μεγάλων κορυφών που κηρύχθηκε περιφερειακή ζώνη. Τρεις δεκαετίες μετά, το τοπίο της περιφερειακής ζώνης, δηλαδή η καθεαυτό ζώνη της ορεινής ταυτότητας του Παρνασσού, λεηλατήθηκε από τρία χιονοδρομικά κέντρα και μετατράπηκε σε ένα απέραντο εργοτάξιο.

Η Αργοστήλια, ένα από τα πιο τραγουδισμένα λιβάδια της Ρούμελης
Πατήστε για μεγέθυνση
Η Αργοστήλια, ένα από τα πιο τραγουδισμένα λιβάδια της Ρούμελης
Ωστόσο, αυτό που τελικά βάρυνε στις εξελίξεις του οικοσυστήματος του Παρνασσού δεν ήταν τόσο η αλλοίωση του αλπικού πεδίου αυτή καθεαυτή, αλλά η συνοδεύουσα - ενδεχομένως αναπόφευκτη - μεταβολή του παραγωγικού προφίλ της περιοχής, όπου η μέχρι το 1980 καθαρά κτηνοτροφική οικονομία της Αράχωβας και της Αμφίκλειας στράφηκε ολότελα προς τον τριτογενή τομέα, ενώ και στο Λιβάδι Αράχωβας οι αγροτικές δραστηριότητες εξανεμίστηκαν μπροστά στα απίστευτα κέρδη της εμπορίας της γης για την κατασκευή διαμερισμάτων και ξενώνων: κάθε χρόνο, η ελεύθερη γη στο Λιβάδι Αράχωβας συρικνώνεται, ενώ οι "αυτόνομες μαιζονέτες" απλώνονται ολοένα και πιο μακριά και βαθιά στις πτυχές της πόλγης.
Ως αποτέλεσμα, το μεγάλο βουνό ερήμωσε και η εξαρτώμενη από την κτηνοτροφία πανίδα - μεγάλοι αετοί και γύπες - εξαφανίστηκε πάραυτα, ενώ οι λαγοί, τα μεσαία αρπακτικά και τα νυχτοπούλια εγκατέλειψαν το Λιβάδι και κατέφυγαν στα δάση του Δυτικού Παρνασσού.
Μερικά από τα βασικά θέματα τοπίου στον Εθνικό Δρυμό Παρνασσού είναι:
- Οι ορθοπλαγιές των Δελφών,
- οι ψηλές κορυφές,
- οι μεγάλες χαράδρες, όπως της Βελίτσας, του Κεραμιδίου, της Σουβάλας, της μονής Ιερουσαλήμ,
- τα εντυπωσιακά καρστικά τοπία, που απλώνονται σε όλα τα υψόμετρα, από τα Καλάνια και το Λιβάδι Αράχωβας μέχρι το Βαθύσταλο και το Σέσι στα 2300 μ.,
- τα απέραντα ελατοδάση, όπως στη ζώνη ανάμεσα στο Κρόκι και την Παλαιοπαναγιά, στην Παλιοβούνα, γύρω από τη Κρύα Βρύση, στο Γερολέκκα και στο βαρκό Δεσποτη,
- τα δάση μαυρόπευκων, στην περιοχή Άνω Σουβάλας και γύρω από τον Αγιάννη Αμφίκλειας.

Οι Δελφοί, στο σκαλί ανάμεσα στα συστήματα ορθοπλαγιών του Πλειστού και του Παρνασσού
Οι Δελφοί απολαμβάνουν μια εκπληκτική εύνοια της τοπογραφίας: απλώνονται σε ένα στενόμακρο σκαλοπάτι ανάμεσα στις αρνητικές ορθοπλαγιές του Πλειστού και στην απόκρημνη μεσημβρινή πλευρά του Παρνασσού, που περιλαμβάνει και τις απρόσιτες Φαιδριάδες Πέτρες.
Η ενότητα αυτή αποτελεί καταφύγιο και ζώνη φωλιάσματος πολλών μεσαίων και μεγάλων αρπακτικών, ανάμεσα στα οποία του Χρυσαετού, του Πετρίτη, του Φιδαετού και των όρνιων που φτάνουν σποραδικά εδώ από τα Ακαρνανικά όρη.
Τα βατά τμήματα αυτής της κάθετης ερήμου προσφέρουν στο φωτογράφο μακροφωτογραφίας τη δυνατότητα να αποτυπώσει μερικά από τα πιο δυσεύρετα φυτά της Ελλάδας, στενοενδημικά της περιοχής ή σπάνια ελληνικά και βαλκανικά είδη.

Ο Γεροντόβραχος, τυλιγμένος στα σύννεφα
Οι δυο ψηλότερες κορυφές του Παρνασσού, η Λιάκουρα και ο Γεροντόβραχος, κρύβουν μέσα στις γυμνές και ανεμοδαρμένες πτυχές τους, άπειρες ευκαιρίες για φωτογράφιση των τοπίων και της ζωής της αλπικής ζώνης. Δεκάδες ενδημικά ή σπάνια φυτά, όλα τα αλπικά στρουθιόμορφα, καλιακούδες και αετοί σας περιμένουν σταθερά στις κορυφές.
Άλλες κορυφές, όπως η Σιδηρόπορτα και ο Κούβελος, μπορούν να δώσουν πολύ ιδιαίτερες εικόνες, τόσο έμβιων όντων, όσο και τοπίων, αλλά απαιτούν αρκετό περπάτημα και μάλιστα σε μάλλον δύσβατο πεδίο.

Ένας από τους διαδοχικούς καταρράκτες στη χαράδρα της Σουβάλας
Κάπως παραγνωρισμένες μέσα σε έναν καμβά οροπεδίων, δασών και αλπικών κορυφών, οι χαράδρες του Παρνασσού είναι εξίσου ενδιαφέρουσες, τόσο τοπιολογικά, όσο και περιβαλλοντικά και πολιτισμικά.
Οι μεγάλες χαράδρες της Βελίτσας, του Κεραμιδιού, της Σουβάλας και της μονής Ιερουσαλήμ αποτέλεσαν φυσικούς άξονες που διευκόλυναν την - αθέατη - επικοινωνία του κάμπου με την καρδιά του βουνού, μια λειτουργία που υπήρξε πολύτιμη για την άγρια πανίδα. Στον απόηχο αυτής της λειτουργίας, ο φωτογράφος φύσης θα βρεί άπειρα ενδιαφέροντα θέμα σχετικά με το νερό, τις ορθοπλαγιές, τα σπήλαια κλπ.
Ταυτόχρονα, οι χαράδρες εξελίχθηκαν σε θησαυροφυλάκια πολιτισμικών στοιχείων, όπως η Αγία Ιερουσαλήμ στο Κεραμίδι, η μονή Ιερουσαλήμ στην ομώνυμη χαράδρα κοντά στη Δαύλεια, ο μεσαιωνικός πύργος και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο στις Σουβάλες και τα ιστορικά σπήλαια της Βελίτσας: τα θέματα φωτογραφίας τοπίου είναι πραγματικά αναρίθμητα.

Τα πολλά πρόσωπα του ελατοδάσους
Παρόλο που εκ πρώτης όψεως το ελατόδασος του Παρνασσού δεν φαίνεται να διαφέρει από τα δάση των γειτονικών βουνών, εντούτοις κρύβει έναν απρόσμενο πλούτο γεωμορφολογικών και κλιματικών καταστάσεων, οι οποίες, σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο ιστορικό της περιοχής, δημιουργούν μια αξιοσημείωτη ποικιλία της βλάστησης, που με τη σειρά της δίνει αναρίθμητες ευκαιρίες στην άγρια πανίδα. Ειδικά η ομάδα των δασικών πουλιών εκπροσωπείται εδώ με όλο το πιθανό εύρος αρπακτικών, δρυοκολαπτών και στρουθιόμορφων.
Πιο συγκεκριμένα, πέντε από τα πλέον δυσεύρετα πουλιά του ελατοδάσους, το Ξεφτέρι, το Διπλοσάινο, ο Χουχουριστής, ο Λευκονώτης και ο Μαύρος δρυοκολάπτης, κάνουν έντονη την παρουσία τους στον πυρήνα του Εθνικού Δρυμού. Με μια καλή φυλάχτρα, ο ενήμερος φωτογράφος φύσης μπορεί να δημιουργήσει στα δάση του Δυτικού Παρνασσού τις καλύτερες ευκαιρίες για τη φωτογράφιση των εντυπωσιακών αυτών ειδών, τόσο τη θερμή περίοδο, όσο και με χιόνι.

Κάτω από τον ελαφρύ μανδύα του, το δάσος των μαυρόπευκων φιλοξενεί ολοχρονίς τα μικροπούλια της ορεινής ζώνης
Στην περιοχή από όπου αποκλίνουν οι χαράδρες του Κεραμιδιού και της Σουβάλας, το δάσος των κωνοφόρων αποτελείται από μικτές συστάδες ελάτων και μαυρόπευκων. Τα μαυρόπευκα, αυτόχθονα και καλοσχηματισμένα, καταλαμβάνουν τις πιο φωτεινές θέσεις και ευδοκιμούν σε όξινα πετρώματα.
Έχοντας διαφορετική οικολογία από τον ξάδερφό του, το Κεφαλονίτικο έλατο (διαφορετικά κουκουνάρια, άλλη υφή φλοιού, άλλη δομή κλαδιών και κυρίως άλλη κόμη), το Μαυρόπευκο συνεισφέρει σημαντικά στην ποικιλία καταστάσεων του ορεινού δάσους, συντηρώντας μέσα στο χειμώνα αρκετά είδη που έχουν εξαντλήσει τη θρεπτική προσφορά του Ελάτου (σκίουροι, ελατοσταυρομύτες, βασιλίσκοι κλπ) και συνεπώς χαρίζει ωραίες ευκαιρίες φωτογράφισης.

Φωτογραφίζοντας στη λίμνη του Λιβαδιού Καλυβιών Αράχωβας
Η εποχική λίμνη που σχηματίζεται - από την αρχή του χειμώνα μέχρι και το τέλος της άνοιξης, ανάλογα βεβαίως με τους όμβρους - αποτελεί, σε συνδυασμό με τον χιονισμένο Γεροντόβραχο, ένα από τα αυθεντικότερα τοπία της Κεντρικής Ελλάδας.
Στην ευρύτερη περιοχή, ο ενήμερος φωτογράφος θα βρει πολλά πουλιά των υγρών λιβαδιών, όπως Κελαηδότσιχλες και Λευκοσουσουράδες, αλλά και των πετρότοπων, όπως Βραχοκιρκίνεζα, Ξεφτέρια, Κουκουβάγιες, Μαυρολαίμηδες, Βουνοτσίχλονα, Σιρλοτσίχλονα και φυσικά όλα τα κορακοειδή.
Διαβάστε περισσότερα για την πόλγη του Λιβαδιού Καλυβίων Αράχωβας στο σχετικό κεφάλαιο.
Παράλληλα, ο φωτογράφος άγριας ζωής θα έχει την ευκαιρία να καταγράψει:
- Ζαρκάδια και αγριογούρουνα, κυρίως στις εσωτερικές λεκάνες, όπως τα Καλάνια και η Αργοστήλια
- Νυχτοπούλια, όπως κουκουβάγιες, χουχουριστές και μπούφους στη συνάντηση του δασωμένου Δυτικού Παρνασσού με τα ανοιχτά τοπία των οροπεδίων και των πετρότοπων,
- Αλπικά πουλιά, όπως χιονοψάλτες, χιονόστρουθους και χιονάδες και πολλές Κιτρινοκαλιακούδες, στα αλπικά λιβάδια ανάμεσα στο Γεροντόβραχο και τη Λιάκουρα ή τα υψίπεδα ΒΑ της Λιάκουρας,
- Δρυοκολάπτες, όπως Μαύρο και Πράσινο δρυοκολάπτη, Λευκονώτη και Πευκοδρυοκολάπτη,
- Αρπακτικά του δάσους, όπως Ξεφτέρι και Διπλοσάινο, στο ελατόδασος αλλά κυρίως στην περίμετρό του,
- Πουλιά των κάθετων βράχων, όπως Τοιχοδρόμο και Πετρίτη, στη βάση των (σχετικά) προσιτών ορθοπλαγιών όπως η Νερομάννα και ο Κούβελος,
- Πουλιά του δασοορίου, όπως Χειμωνόσπινους και Χιονοκότσυφες, στο αραιό ελατόδασος κάτω από την περιοχή Σαραντάρι.

Σπάνια λουλούδια του Παρνασσού:
Αριστερά Asperula boissieri, δεξιά Dianthus biflorus
Τέλος, ο φωτογράφος μάκρο θεμάτων μπορεί να περιπλανηθεί στις σχετικά ομαλές πλαγιές του Πηνεγιόπλαγου (δυτική πλευρά του Γεροντόβραχου), όπου θα βρεί πολλά σπάνια αγριολούλουδα, όπως:
- την ενδημική Paeonia parnassica, στις κρυφές πτυχές των δασωμένων βράχων του Ίταμου,
- τις σπάνιες αλπικές καμπανούλες, όπως την Campanula rupicola και την Campanula glomerata στις πλαγιές του Γεροντόβραχου,
- τέλος, ασυνήθιστα φυτά του δάσους, όπως το Arum alpinum.
Σημειώνουμε ότι ο Παρνασσός, χάρη στο ασφαλτοστρωένο οδικό δίκτυο, που λόγω των χιονοδρομικών κέντρων διατηρείται βατό το χειμώνα, ακόμα και όταν υπάρχει πολύ χιόνι, προσφέρει εντυπωσιακές δυνατότητες για φωτογραφία τοπίου και άγριας ζωής υπό χειμερινές συνθήκες. Επιπλέον, χάρη στις ποικίλες δραστηριότητες γύρω από το Λιβάδι Καλυβιών Αράχωβας, όλο το οδικό δίκτυο του πυρήνα του δρυμού (Παλαιοπαναγιά, Κρόκι, Καλάνια, Αργοστήλια κλπ) συντηρείται επαρκώς και παραμένει βατό με όχημα 4x4 όλο το χειμώνα.
3. Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας

Φθινόπωρο στο οροπέδιο Ξερολίβαδο
Πατήστε για μεγέθυνση
Φθινόπωρο στο οροπέδιο Ξερολίβαδο
Ο πυρήνας και η περιφερειακή ζώνη του Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας καλύπτουν το σύνολο του ορεινού τοπίου και των αντίστοιχων βιοτόπων της Πάρνηθας, δηλαδή την περιοχή που προσφέρεται για την καθεαυτό φωτογραφία φύσης. Παρόλη τη μεγάλη μείωση που υπέστη η δασοκάλυψη στην Πάρνηθα λόγω των πρόσφατων πυρκαγιών, και την αναμενόμενη συρρίκνωση των πληθυσμών των άγριων ζώων, το μεγάλο αττικό βουνό διατηρεί τον μεγαλύτερο πληθυσμό ελαφιών στην Ελλάδα και παράλληλα εξακολουθεί να προσελκύει θηλαστικά και πουλιά που είτε βρίσκονται σε φάση επέκτασης, όπως ο Λύκος και το Αγριογούρουνο, είτε αναζητούν κλιματικά καταφύγια. Κατά συνέπεια, τόσο ο φωτογράφος τοπίου όσο και ο φωτογράφος φύσης και μακροφωτογραφίας θα βρουν στην Πάρνηθα έναν πραγματικό θησαυρό θεμάτων, που συχνά προσεγγίζονται πολύ εύκολα.

Αναζητώντας αρπακτικά στο Οροπέδιο των Σκούρτων
Μερικά από τα βασικά θέματα τοπίου στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας είναι:
- τα διάσπαρτα αρχαία φρούρια και φρυκτωρίες, όπως το Φρούριο της Φυλής, οι πύργοι στο Λημικό, το Πυργάρι, το Κατσιμίδι κλπ,
- οι μεγάλες ορθοπλαγιές, όπως το Φλαμπούρι και το Άρμα,
- οι μεγάλες χαράδρες, όπως της Θοδώρας και της Γκούρας,
- τα οροπέδια, όπως η Μόλα και το Ξερολίβαδο,
Το τοπίο που σπανίζει στην Πάρνηθα είναι το καθαρό σχήμα των κορυφών, καθότι οι κύριες κορυφές στέφονται από κάποιο στρατιωτικό ή άλλο κτίσμα. Οι μόνες ελεύθερες κορυφές με οξεία χαρακτηριστικά είναι το Φλαμπούρι και το Άρμα.

Χειμωνόσπινος (Fringilla montifringilla) στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας
Πατήστε για μεγέθυνση
Χειμωνόσπινος (Fringilla montifringilla) στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας
Ο φωτογράφος άγριας φύσης θα εστιάζει στα ιδιαίτερα στοιχεία της Πάρνηθας όπως:
- το εκτεταμένο ελατόδασος, που ειδικά το χειμώνα φιλοξενεί σπάνια είδη πουλιών του ορεινού δάσους - χιονοκότσυφες, κεδρότσιχλες, χοντρομύτες κλπ
- τα εσωτερικά οροπέδια, όπως το Ξερολίβαδο, που προσελκύουν πουλιά φρυγανικών αλλά και στεπωδών βιοτόπων, όπως το Φρυγανοτσίχλονο κλπ
- τα ορεινά λιβάδια, όπως η Μόλα και το Κεραμίδι, τα οποία το χειμώνα συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των πουλιών των μεγάλων βουνών, που μετακινούνται σε αναζήτηση ηπιότερων κλιματικών συνθηκών - σταυρομύτες, κοκκινότσιχλες, πύρρουλες,
- τους απέραντους - μετά τις πυρκαγιές - πετρότοπους, που προσφέρουν κατάλληλους βιοτόπους σε πετροπέρδικες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα, χουχουριστές κλπ.
5. Εθνικός Δρυμός Οίτης

Το έλατο κυριαρχεί στο τοπίο του ορεινού δάσους
Ο Εθνικός Δρυμός Οίτης βρίσκεται στην καρδιά της Ρούμελης και πλέον εντάσσεται σε μια ευρύτερη ομάδα προστατευόμενων περιοχών που περιλαμβάνουν την κοιλάδα και τις εκβολές του Σπερχειού και ένα μεγάλο τμήμα του Μαλιακού κόλπου.
Τα φωτογραφικά θέματα στον Εθνικό Δρυμό Οίτης, σε ότι αφορά στο τοπίο, είναι:
- οι ιδιαίτερες καταστάσεις στο ορεινό δάσος
- το μεγάλο αλπικό λιβάδι της Οίτης, οι Λιβαδιές,
- το τεράστιο σύστημα ρεματιών, βράχων, λόφων και λιβαδιών στην περιοχή Καταβόθρα,
- οι ορθοπλαγιές και τα φαράγγια της ανατολικής όψης, όπως το φαράγγι του Γοργοπόταμου,
- τα ορεινά ρέματα, όπως το Βαλόρεμα
- τα γραφικά χωριά.

Limodorum abortivum, μια από τις πιο ιδιόμορφες ορχιδέες του ορεινού δάσους
Από τα 800 μέχρι τα 1800 μέτρα, η Οίτη είναι δασωμένη με ορεινά κωνοφόρα: στην συντριπτική πλειοψηφία Κεφαλονίτικο έλατο και τοπικά Μαυρόπευκο. Και τα δύο είδη φιλοξενούν μια πολύ ενδιαφέρουσα χλωρίδα και προσελκύουν μια πλούσια πανίδα πουλιών και θηλαστικών.
Ανάμεσα στα φυτά του ορεινού δάσους, αναμφίβολα τα πιο εντυπωσιακά είναι οι ορχιδέες: η χλωρίδα της Οίτης περιλαμβάνει τουλάχιστον 50 είδη ορχιδέας, όλα πολύ φωτογενή.

Η άνω αλπική λίμνη στις Λιβαδιές
Πατήστε για μεγέθυνση
Η άνω αλπική λίμνη στις Λιβαδιές
Οι Λιβαδιές είναι ένα σύστημα από διαδοχικά γυμνά οροπέδια ανάμεσα στο Γρεβενό και την Αλύκαινα, που στολίζονται με μικρές συστάδες ελάτων. Στη μέση του πλέγματος αυτού και ουσιαστικά στο χαμηλότερο σημείο του, περνά ο δρόμος Παύλιανης-Υπάτης. Στη θέση αυτή, δίπλα στο δρόμο, έχει δημιουργηθεί ένας μικρός χώρος ανάπαυσης με μια πετρόχτιστη κρήνη που λέγεται Βρύση Καλογέρου.
Οι Λιβαδιές φιλοξενούν δυο μόνιμες - και μερικές μικρές εποχικές - αλπικές λίμνες, μικρού βάθους και περιμέτρου, που ωστόσο προσθέτουν δυο ενδιαφέροντα στοιχεία στο τοπίο:
- έναν υδάτινο καθρέφτη, που μπορεί να αξιοποιηθεί για τη σκηνοθεσία ωραίων συνθέσεων, και
- μια αποικία αμφίβιων και ουροδελών, και πιο συγκεκριμένα μεγάλους πληθυσμούς από Κιτρινομπομπίνες (Bombina variegata) και Αλπικούς τρίτωνες (Ichthyosaura alpestris).
Πέραν των αμφιβίων, στης περίμετρο των λιβαδιών κυκλοφορούν αγριόγιδα και ζαρκάδια, από πάνω πετούν όλα τα πιθανά αρπακτικά της ορεινής Ρούμελης, η πηγή τρέφει πολλά ενδιαφέροντα λουλούδια της υποαλπικής ζώνης, ενώ στο λιβάδι πετούν πολλά είδη πεταλούδων. Η επιμονή που θα επιδείξει κανείς θα ανταμοιφθεί.

Το τοπίο του οροπεδίου Καταβόθρα. Στο βάθος η κορυφή της Οίτης, Πύργος
Η περιοχή Καταβόθρα οφείλει το όνομά της σε μια μεγάλη καταβόθρα, στην οποία κατεισδύουν τα νερά ενός κοίλου οροπεδίου. Ο ίδιος ο γεωλογικός σχηματισμός της καταβόθρας είναι εντυπωσιακός, οπτικά και ηχητικά, με τα νερά να χάνονται βουερά στο χάσμα της εισόδου.
Στα απέραντα λιβάδια, που αυλακώνονται από λαλίστατες ρεματιές, πετούν πολλά αρπακτικά του ορεινού δάσους και των ανοιχτών εκτάσεων, όπως ξεφτέρια, διπλοσάινα, δεντρογέρακα, βραχοκιρκίνεζα και πετρίτες. Πριν ανέβουν τα κοπάδια, στην περιοχή βόσκουν ζαρκάδια, ενώ ο Λύκος διατρέχει τα πλούσια λιβάδια σε αναζήτηση θηραμάτων.

Ο παλιός νερόμυλος της Υπάτης, δίπλα στον καταρράκτη του χωριού
Τα περισσότερα χωριά της Οίτης διατηρούν πολλά παραδοσιακά στοιχεία: πετρόχτιστα σπίτια, αγροικίες, νερόμυλους, πέτρινα γεφύρια, παλιά εικονοστάσια. Ο ερευνητικός φωτογράφος θα βρει δεκάδες αξιόλογα θέματα στα ορεινά χωριά, όπως η Παύλιανη, η Καστανιά, το Νεοχώρι και το Κουμαρίτσι, αλλά και στους οικισμούς του κάμπου, όπως η Υπάτη, του Φραντζή και άλλα.
Σε ότι αφορά στη φωτογραφία άγριας ζωής, στην Οίτη μπορούμε να φωτογραφίσουμε ζαρκάδια, αγριόγιδα και αγριογούρουνα, ενώ στα πουλιά κυριαρχούν θέματα όπως:
- οι δρυοκολάπτες: στην Οίτη θα βρούμε σημαντικούς πληθυσμούς από όλα τα είδη της νότιας Ελλάδας
- τα δασικά στρουθιόμορφα,
- τα αρπακτικά των ορεινών λιβαδιών, όπως ο Χρυσαετός και το Διπλοσάινο.

Μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius)
Πατήστε για μεγέθυνση
Μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius)
Στα δάση της Οίτης ζουν επτά από τα 10 Ευρωπαϊκά είδη δρυοκολάπτη, δεν θα βρούμε δηλαδή τα είδη που ενδημούν στα δάση της Βόρειας Ελλάδας.
Στο ορεινό δάσος ζουν οι δυο μεγάλοι δρυοκολάπτες, ο Μαύρος και ο Πράσινος, δυο εντυπωσιακά πουλιά που δηλώνουν εκούσια την παρουσία τους με τις δυνατές ιαχές του και το διαπεραστικό τυμπάνισμα πάνω στους ξερούς κορμούς.

Κεδρότσιχλα (Turdus pilaris)
Πατήστε για μεγέθυνση
Κεδρότσιχλα (Turdus pilaris)
Τα δάση της Οίτης φιλοξενούν μια ποικίλη και πολυάριθμη πανίδα στρουθιόμορφων, με έντονη παρουσία των ειδών που αναζητούν δάση με ανοίγματα.
Το χειμώνα, ανάμεσα στα πιο ενδιαφέροντα είδη είναι οι κοκκινότσιχλες και οι κεδρότσιχλες, που εγκαθίστανται στα έλατα, συχνά στην περίμετρο των ορεινών χωριών, όπου τις προσελκύουν οι ξεχασμένοι πάνω στα οπωροφόρα δέντρα καρποί.

Διπλοσάινο (Accipiter gentilis)
Πατήστε για μεγέθυνση
Διπλοσάινο (Accipiter gentilis)
Η εναλλαγή λιβαδιών με πυκνοδασωμένες εκτάσεις, η εκτεταμένη διασύνδεση του χώρου μέσα από τις αναρίθμητες ρεματιές, η διασπορά βραχωδών εξάρσεων που χρησιμεύουν ως θέσεις επόπτευσης του χώρου και η ήπια ανθρώπινη παρουσία συνθέτουν ένα τοπίο ιδιαίτερα κατάλληλο για τα αρπακτικά του ορεινού δάσους.
Πέραν του Χρυσαετού, που διατηρεί εεδώ ένα από τα λίγα ζευγάρια στην Κεντρική Ελλάδα, ο φωτογράφος θα βρει στην Οίτη αρκετά είδη μικρότερων αρπακτικών: άφθονες Γερακίνες, τους εντυπωσιακούς Μαυροπετρίτες που το φθινόπωρο κυνηγούν στα λιβάδια και αρκετά Ξεφτέρια. Τέλος, αξίζει να αφιερώσει κανείς το χρόνο στον εντοπισμό του δυσθεώρητου Διπλοσάινου, αυτού του αόρατου φαντάσματος του ελατόδασους.
Περισσότερα στοιχεία για την ορνιθοπανίδα του Ε.Δ. Οίτης θα βρείτε στο άρθρο Τα πουλιά της Οίτης.
Ο λάτρης της μακροφωτογραφίας θα βρεί στην Οίτη αναρίθμητα αγριολούλουδα και μανιτάρια, ενώ τα οροπέδια φιλοξενούν πολλά είδη πεταλούδων, ανάμεσα στα οποία ο περιζήτητος Parnassius apollo.
6. Εθνικό Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού
Το Εθνικό Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού καλύπτει, όπως δηλώνει και το όνομά του, δυο διακριτές, αν και γειτονικές, γεωγραφικές ενότητες: το ορεινό σύμπλεγμα του Χελμού και τη χαράδρα του Βουραϊκού.

Το κύριο χαρακτηριστικό του Εθνικού Πάρκου Χελμού-Βουραϊκού είναι η δραματική τοπογραφία, αποτέλεσμα μιας τραγμένης τεκτονικής ιστορίας
Πατήστε για μεγέθυνση
Το κύριο χαρακτηριστικό του Εθνικού Πάρκου Χελμού-Βουραϊκού είναι η δραματική τοπογραφία, αποτέλεσμα μιας τραγμένης τεκτονικής ιστορίας
Στο τοπίο του Χελμού κυριαρχούν:
- η Κοιλάδα της Στύγας, δηλαδή μια απόκρημνη ορεινή κοιλάδα λαξεμένη από παγετώνες και στολισμένη με το περίφημο Καταρράκτη της Στύγας, μια πτώση νερού ύψους 300 μ.
- η ορθοπλαγιά της Νεραϊδόραχης, δηλαδή η κάθετη ανατολική όψη της κορυφής Νεραϊδόραχη, που δεσπόζει της κοιλάδας του Κριού ποταμού,
- η παγετωνική ενότητα του Ξερόκαμπου, μια ιδιόμορφη τοπογραφικά λεκάνη που στο άνω τμήμα της έχει διαμορφωθεί από την παγετωνική δράση, ενώ στο κατώτερο από την καρστική διάλυση
- η πόλγη των Λουσών, μια τεράστια κλειστή λεκάνη, που αποφορτίζεται από καταβόθρες, τροφοδοτώντας τις πηγές του Πλανητέρου,
- το Σπήλαιο των Λιμνών, ένα μοναδικό υπόγειο σύστημα διαδοχικών λιμνών, που είναι επισκέψιμο,
- τα ιστορικά μοναστήρια, όπως η μονή Αγίας Λαύρας και η μονή Μεγάλου Σπηλαίου,
- τα ποτάμια συστήματα, όπως οι κοίτες και τα παρόχθια δάση των ποταμών Κράθις και Βουραϊκός,
- η λίμνη Τσιβλού, μια πανέμορφη λίμνη κρυμένη μέσα στις ανατολικές πλαγιές του Χελμού,
- και τέλος, τα ιστορικά χωριά, όπως τα Σουδενά, η Ζαρούχλα και το Πλανητέρο, πλούσια σε τοπικές ιστορίες και μνημεία.

Η Νεραϊδόραχη και η κοιλάδα της Στύγας
Η χαράδρα της Στύγας σχηματίζει μία απόκρημνη τομή στα ανατολικά του κεντρικού όγκου του Χελμού. Ο τεράστιος αυτός σχηματισμός, που διατηρεί έντονες παγετωνικές γεωμορφές, εντυπωσίασε τους αρχαίους Έλληνες και στη "Θεογονία" του Ησίοδου, η Στύγα προσωποποιείται ως κόρη του Ωκεανού, που κατοικεί στα Τάρταρα. Ως μείζον χθόνιο συστατικό της ελληνικής μυθολογίας, υπήρξε το τοπόσημο στο οποίο οι θεοί και οι ήρωες ορκίζονταν όρκο απαράβατο. Όποιος παράβαινε τον όρκο στη Στύγα, έπρεπε να μείνει ένα χρόνο κάτω από τον ουρανομήκη καταρράκτη, να τον χτυπούν βασανιστικά οι σταγόνες της.
Σήμερα ακόμα, η κοιλάδα της Στύγας παραμένει ένας τόπος μοναδικός, ένα αμφιθέατρο γεωλογικών θαυμάτων, άκρως φωτογραφήσιμο (και φωτογραφημένο). Ο δε "ρύακας ολεθροφόρου ύδατος", όπως λέει ο Στράβων τον καταρράκτη, εξακολουθεί να σπέρνει το φόβο, ψεκάζοντας ανησυχία όποιον περνά από το αναγκαστικό πέρασμα κάτω τις μυθικές σταγόνες.
Πέραν του εξαιρετικού τοπιολογικού ενδιαφέροντος, η Στύγα φιλοξενεί δεκάδες χλωριδικούς θησαυρούς, αλλά και πολλά δυσεύρετα πουλιά της αλπικής ζώνης.

Η Νεραϊδόραχη
Η Νεραϊδόραχη είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές κορυφές της χώρας μας. Η νότια βράχινη όψη της σχηματίζει τη μυθική Στύγα, πάνω στην οποία γλύφει ο ουρανομήκης καταρράκτης, ενώ η ανατολική ράχη της, μετά από μια έξαρση - «στον Ήλιο», όπως λέγεται χαρακτηριστικά - γκρεμίζεται σε μια τεράστια και σχεδόν κάθετη ορθοπλαγιά.
Στο ομαλό τμήμα της Νεραϊδόραχη, σε υψόμετρο 2.340 μ., βρίσκεται το Αστεροσκοπείο Χελμού, στο οποίο έχει δοθεί το όνομα του αστρονόμου της αρχαιότητας Αρίσταρχου.
Τα χειμωνιάτικα πρωινά, όταν η Νεραϊδόραχη, φορτωμένη με χιόνια, πυρώνεται ολόλαμπρη καθώς δέχεται το πρώτο φως του ήλιου, δημιουργεί ίσως την πιο εντυπωσιακή εικόνα ορεινού τοπίου στην Ελλάδα. Ενα θέαμα που ο φωτογράφος φύσης πρέπει να προσκυνήσει, τουλάχιστον μια φορά.

Ο Ξερόκαμπος
Ο Ξερόκαμπος είναι ένα πολυσήμαντο στοιχείο της γεωγραφίας του Χελμού. Θέατρο γεωμορφολογικών θαυμάτων, μείζον βοτανικό πάρκο και παράδεισος των πεταλούδων, υπήρξε σημαντικό βοσκολίβαδο και αποτέλεσε την πιο βατή είσοδο από την πλευρά των Καλαβρύτων προς τις κορυφές, για να φτάσει στις μέρες μας να γίνει βάση του χιονοδρομικού, πάρκινγ και κάμπινγκ υπαίθριων συναυλιών.
Οι δυνατότητες φωτογραφίας τοπίου και μάκρο στον Ξερόκαμπο είναι αναρίθμητες και διευκολύνονται από την απρόσκοπτη πρόσβαση που έχει το οροπέδιο, το οποίο διασχίζεται κυριολεκτικά από τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο Καλάβρυτα-Περιστέρα και διατρέχεται από διάφορους, όχι πάντα βατούς χωματόδρομους.
Τα ενδιαφέροντα θέματα που σχετίζονται με τις παγετωνικές γεωμορφές, έχουν δυστυχώς καταστραφεί ή "ρυπανθεί" οπτικά από τις πολυάριθμες κατασκευές του χιονοδρομικού κέντρου. Λιγότερο επηρεασμένη, η πλούσια χλωρίδα εξακολουθεί να στολίζει το περιθώριο της λεκάνης και να προσελκύει πολλά σπάνια είδη πεταλούδων.

Η πόλγη των Λουσών
Πατήστε για μεγέθυνση
Η πόλγη των Λουσών
Η πόλγη των Λουσών (ή Κάτω Κάμπος Σουδενών) είναι ένα μεγάλο ελλειψοειδές υψίπεδο τριγυρισμένο απο πριονωτές κορυφές και ράχες. Στην άκρη του οροπεδίου άνθισε στην αρχαιότητα η πόλη των Λουσών.
Γεωμορφολογικά, πρόκειται για μια κλειστή λεκάνη με εσωτερικό υδρογραφικό δίκτυο, με επιφανειακά νερά που λιμνάζουν ή συγκεντρώνονται σε ρέματα και απορρέουν μέσω μιας διπλής καταβόθρας.
Όλα τα στοιχεία της πόλγης - ο αρχαιολογικός χώρος των Λουσών, τα χωριά, οι εποχικές λιμνούλες, τα πέτρινα γεφύρια και η καταβόθρα - χαρίζουν ενδιαφέροντα φωτογραφικά θέματα.

Η λίμνη Τσιβλού
Πατήστε για μεγέθυνση
Η λίμνη Τσιβλού
Η λίμνη Τσιβλού, που παίρνει το όνομά της από τον παρακείμενο οικισμό Τσιβλό, είναι μια μικρή (83 στρέµµατα) ορεινή λίμνη (υψόμετρο 780 μ) που δημιουργήθηκε πριν περίπου 100 χρόνια (1913), όταν μια μεγάλη κατολίσθηση έκλεισε όλο τον άξονα της κοιλάδας, δημιουργώντας ένα χωμάτινο φράγμα στο ρου του Κράθι και άλλες μικρότερες λεκάνες.
Η λεκάνη είναι κατάφυτη από μαυρόπευκα και χαλέπιο πεύκη, ενώ έλατα φτάνουν στο δυτικό άκρο της. Στις όχθες υπάρχουν πλατάνια και ιτιές, ενώ ανάμεσα στα κωνοφόρα φυτρώνουν αγριόκεδρα, πουρνάρια και χνοώδεις δρύες. Η παρόχθια βλάστηση είναι λιγοστή, το συνολικό τοπίο ωστόσο είναι πολύ όμορφο. Το χωριό Τσιβλός είναι επίσης φωτογενές.

Η μονή Μεγάλου Σπηλαίου
Πατήστε για μεγέθυνση
Η μονή Μεγάλου Σπηλαίου
Στην περιοχή του Χελμού βρίσκονται μερικά από τα πιο σημαντικά και ισχυρά μοναστήρια της Ελλάδας, με γνωστότερη τη μονή Αγίας Λαύρας, συνδεδεμένη με την επίσημη κήρυξη της επανάστασης του 1821 από τον μητροπολίτη Παλαιών Πατρών Γερμανό. Κρυμμένη στο βάση των μεγάλων κροπαλλοπαγών βράχων του μέσου Βουραϊκού ανθίζει επί αιώνες η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ μια σειρά άλλες μικρότερες μονές, όπως η μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού, και πολλά ασκηταριά και σπηλαιοεκκλησίες σηματοδοτούν την μακραίωνη επιρροή της εκκλησιαστικής τάξης στην απομονωμένη αυτή περιοχή.
Όλες οι τοποθεσίεςτων μονών και των παλαιότερων εκκλησιών είναι ενδιαφέρουσες φωτογραφικά και συχνά ο περιβάλλων χώρος περιλαμβάνει σημαντικά είδη χλωρίδας και πανίδας.

Ο πύργος των Πετιμεζαίων στους Κάτω Λουσούς
Τα περισσότερα χωριά στη ζώνη του Εθνικού Πάρκου διατηρούν άφθονα παραδοσιακά οικοδομικά στοιχεία. Ταυτόχρονα, γύρω από το Χελμό άκμασαν οι αρχαίες πόλεις Νώνακρις, Κύναιθα, Λουσοί και Κλειτορία, από τις οποίες μόνο οι δύο τελευταίες διασώζουν ορατά λείψανα. Τα περισσότερα μνημεία της μετά την αρχαιότητα περιόδου είναι μικρές και μεγαλύτερες οχυρώσεις της Φραγκοκρατίας ή πύργοι που κατασκευάστηκαν από Έλληνες στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όπως ο πύργος των Πετιμεζαίων στους Κάτω Λουσούς και ο πύργος της Ζαρούχλας (ή πύργος Φωτήλα).
Αξιολογότερο μεσαιωνικό μνημείο είναι το κάστρο των Καλαβρύτων, που κτίστηκε το 1208 σε βραχώδες σπηρούνι πάνω από τα Καλάβρυτα. Στα τείχη, έχουν εντοπιστεί εντοιχισμένες αρχαίες λιθόπλινθοι, που θεωρούνται ότι ανήκουν στην ακρόπολη της αρχαίας Κυναίθης.
Τα μνημεία αυτά, και κυρίως το εκπληκτικό φυσικό σκηνικό, προσφέρουν εξαιρετικές ευκαιρίες φωτογραφίας τοπίου.

Ο Κράθις ποταμός στο ύψος του Τσιβλού
Πατήστε για μεγέθυνση
Ο Κράθις ποταμός στο ύψος του Τσιβλού
Το τοπίο του Βουραϊκού συντίθεται από:
- τη λεκάνη του άνω Βουραϊκού,
- την κοιλάδα του μέσου ρου, στην περιοχή της Ζαχλωρούς
- το καθεαυτό φαράγγι του Βουραϊκού, από τη Ζαχλωρού μέχρι το Διακοπτό
- τους σπηλαιώδεις σχηματισμούς,
- τα στοιχεία της σιδηροδρομικής σύνδεσης, δηλαδή τις γέφυρες, τις σήραγγες, την γραμμή του οδοντωτού και το ίδιο το τραίνο.

Ο άνω ρους του Βουραϊκού

Ο σταθμός αποτελεί την καρδιά του μικρού οικισμού της Ζαχλωρούς

Το φαράγγι του Βουραϊκού

Η σιδηροδρομική γραμμή του Οδοντωτού, ένα έργο του 19ου αιώνα
Σε ότι αφορά τη φωτογραφία άγριας ζωής, η περιοχή του εθνικού πάρκου προσφέρει ευκαιρίες για να φωτογραφήσουμε:
- κάργιες, κοράκια, αγριοπερίστερα, βραχοχελίδονα, βουνοσταχτάρες, βραχοτσομπανάκους, πετρίτες και βραχοκιρκίνεζα στα τοιχώματα του Βουραϊκού, από τα Νάματα μέχρι τη Ζαχλωρού,
- νεροκότσυφες, σουσουράδες, αηδόνια και ψευταϊδόνια στις όχθες του Βουραϊκού, κυρίως ανάμεσα στη Ζαχλωρού και τα Καλάβρυτα,
- αιγίθαλους και άλλες παπαδίτσες, φυλλοσκόπους, σπίζες και άλλα στις συστάδες φυλλοβόλων κατά μήκος των ποταμών,
- φιδαετούς, γερακίνες, αετογερακίνες, σφηκιάρηδες, καθώς και βραχοκιρκίνεζα, κιρκινέζια και ξεφτέρια στις περιβάλλουσες αγροδασικές περιοχές,
- δρυοκολάπτες, κυρίως Πράσινο στο ελατόδασος και Μεσαίο και Πευκοδρυοκολάπτη στις παραποτάμιες δενδροστοιχίες,
- φανέτα, σιρλοτσίχλονα, βουνοτσίχλονα, τσιφτάδες, τσαλαπετεινούς, πυρροκότσυφες και γαλαζοκότσυφες στον Ξερόκαμπο,
- και τέλος χιονάδες, χιονοψάλτες και πετροπέρδικες στα πετρολίβαδα γύρω από την Ψηλή Κορυφή.
Περισσότερα στοιχεία για την ορνιθοπανίδα του Ε.Π. Χελμού-Βουραϊκού θα βρείτε στο άρθρο Τα πουλιά του Χελμού.
Ταυτόχρονα, τα μέσα και χαμηλά υψόμετρα προσφέρουν πολλές ευκαιρίες για τη φωτογράφιση ερπετών, από τις κοινές ή τις ενδημικές σαύρες της Πελοποννήσου, έως και τον ασυνήθη Αλπικό τρίτωνα στην άνω κοιλάδα της Στύγας.

Τρανόσαυρα (Lacerta trilineata)
Το κυρίαρχο αντικείμενο στη μακροφωτογραφία είναι τα σπάνια και στενο-ενδημικά φυτά του Χελμού, που τα περισσότερα θα τα βρούμε γαντζωμένα στα βράχια των μεγάλων σχηματισμών, όπως του Βουραϊκού, του Μεγάλου Σπηλαίου, της Στύγας κλπ.

Η βραχόφιλη Asperula arcadiensis, που παρόλη την αρκαδική αναφορά στο όνομά της, τη συναντάμε μόνο στο Χελμό, τη Ζήρεια και τη Γκιώνα
Ιδιαίτεροι στόχοι φωτογράφισης φυτών θα μπορούσαν να είναι τα βραχόφιλα Asperula arcadiensis (Βουραϊκός, Μέγα Σπήλαιο), Silene conglomeratica (Μέγα Σπήλαιο), η πανέμορφη κολομπίνα Aquilegia ottonis ssp ottonis, το αλπικό Omphalodes luciliae, το επίσης αλπικό Aster alpinus και ο σπανιότατος και εντυπωσιακός Solenanthus stamineus.

Solenanthus stamineus, σπανιότατο φυτό με μόλις δύο θέσεις εμφάνισης στην Ελλάδα, στο Χελμό και τη Γκιώνα
Η τομή του Βουραϊκού χαρίζει στο Χελμό ένα διάδρομο χαμηλού υψομέτρου, μέσα από την οποία φυτά των φρυγάνων διεισδύουν στην καρδιά των υψιπέδων. Η πιο χαρακτηριστική ομάδα, οι ορχιδέες του γένους Ophrys, εντιπροσωπεύεται με πολλά είδη.

Omphalodes luciliae, ένα κόσμημα των αλπικών βράχων
Περισσότερα στοιχεία πάνω στη χλωρίδα του Ε.Π. Χελμού-Βουραϊκού θα βρείτε στο άρθρο H χλωρίδα του Χελμού.
Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς
Το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς
βρίσκεται στο κέντρο του νομού Έβρου και καλύπτει μια δασική ζώνη γύρω από το ορεινό συγκρότημα της Γκίμπραινας και των γύρω κοιλάδων.
Τοπιολογικά, το Δάσος Δαδιάς ανήκει στον τύπο των ημιορεινών δασών κωνοφόρων που αναπτύχθηκαν πάνω σε ανάγλυφο ομαλών λόφων, ένας τύπος που παρουσιάζει με μικρή εσωτερική ποικιλότητα. Ωστόσο, το μάλλον σύνηθες και ίσως μονότονο αυτό τοπίο εμπλουτίστηκε από την επίδραση της μακρόχρονης ανθρώπινης δραστηριότητας, που πρόσθεσε πάνω στον ήπιο φυσικό τάπητα ασυνέχειες και άξονες διείσδυσης. Πρόσφατα, δυο μεγάλες πυρκαγιές κατέφαγαν το δάσος, εκκινώντας μια ακόμα φάση ανανέωσης του τοπίου, που ξαναγίνεται χαοτικό, απρόβλεπτο και νεανικό. Μέσα στο παράξενο αυτό καμένο αλλά αναζωογονημένο δασικό σκηνικό, ο φωτογράφος θα συναντήσει άπειρες ιδέες και προκλήσεις.
Σε ότι αφορά στο τοπίο, στην περιοχή του Δάσους Δαδιάς επικρατούν τα πιο κάτω στοιχεία:
- ,
10. Εθνικό Πάρκο Υγροτόπων Αμβρακικού

Αλμυρόβαλτος στο έλος Ροδιάς
Πατήστε για μεγέθυνση
Αλμυρόβαλτος στο έλος Ροδιάς
Ο Αμβρακικός κόλπος είναι μια κλειστή λιμνοθάλασσα που επικοινωνεί με το Ιόνιο πέλαγος μέσω ενός στενού δίαυλου. Το σύνολο του κόλπου εντάσσεται στο Εθνικό Πάρκο Αμβρακικού, το οποίο περιλαμβάνει περί τα 20 έλη και λιμνοθάλασσες που σχηματίζονται στην περίμετρο του κόλπου.
Με βάση μια απλή γεωγραφική διαίρεση, διακρίνονται πέντε πιο κάτω ενότητες:
- Ο κυρίως κόλπος του Αμβρακικού, μια μεγάλη λιμνοθάλασσα μεταβλητού βάθους, πλούσια σε άγρια ζωή και αλιεύματα, πολυπρόσωπη και εν πολλοίς ανεξερεύνητη,
- Η βορινή πλευρά του Αμβρακικού σχηματίζει ένα ατελείωτο μωσαϊκό βάλτων, καναλιών, εκβολών, λιμνοθαλασσών, λουρονησίδων, αλυκών, διβαριών, καλαμιώνων, αμμωδών ακτών και αλμυρόβαλτων. Στην αλληλουχία αυτή διακρίνουμε τη λιμνοθάλασσα Λογαρού, το μεγάλο υγροτοπικό σύμπλεγμα Ροδιά, έλος Ροδιάς, Τσουκαλιό και Αυλερή, τις πολυσύνθετες περιοχές διβαριών και λιμνοθαλασσών της Σαλαώραςκαι της Κορωνησίας, την ομάδα λιμνοθαλασσών και αλμυρόβαλτων Παλιοκόπρια, Πλατανάκι, Κόφτρα και Παλιομπούκα, τα έλη Ψαθοτόπι και Κομμένο, η λιμνοθάλασσα Άγριλος και το παράκτιο έλος Κόπραινα.
- Η ανατολική πλευρά του Αμβρακικού, όπου το χερσαίο σύστημα της περιοχής της Αμφιλοχίας συνέχεται με τους υγρότοπους λιμνοθάλασσα Μπούκας, έλος Μπούκας και λιμνοθάλασα Κατάφουρκου.
- Η νότια πλευρά του Αμβρακικού, όπου το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στις λιμνοθάλασσες της Βόνιτσας και του Άκτιου, με πιο σημαντική τη λιμνοθάλασσα Λιμένι.
- Η δυτική πλευρά του Αμβρακικού, με κύριο ενδιαφέρον τις εκβολές του Λούρου, το παραποτάμιο δάσος του Αγίου Βαρνάβα και τις λιμνοθάλασσες Τσόπελη και Μάζωμα. Πιο νότια, στις μεσημβρινές ακτές του μεγάλου βραχίονα της Λασκάρας σχηματίζονται τρεις μικρές λιμνοθάλασσες: το Βαθύ, το Ψαθάκι και η Πωγωνίτσα.

Ο εσωτερικός κόλπος του Αμβρακικού είναι μια μεγάλη ήρεμη λιμνοθάλασσα

Γενική εικόνα της λιμνοθάλασσας του Άγριλου από ψηλά
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στην περιοχή του Άγριλου στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Άγριλος.

Ο παλιός φάρος στην Κόπραινα
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στην περιοχή της Κόπραινας στο κεφάλαιο Η Κόπραινα.

Οι αλμυρόβαλτοι στο Πλατανάκι
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στα Παλιοκόπρια, το Πλατανάκι, την Κόφτρα και την Παλιομπούκα στο κεφάλαιο Στέπες και αλμυρόβαλτοι.

Ο κύριος χώρος της Λογαρούς με τον οικισμό της Κορωνησίας στο βάθος
Διαβάστε περισσότερα για τη Λογαρού στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Λογαρού.

Ο λόφος και η λιμνοθάλασσα της Σαλαώρας
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στη ενότητα στο κεφάλαιο Σαλαώρα.

Στο Πέρα Νησί της Κορωνησίας
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στη ενότητα στο κεφάλαιο Κορωνησία.

Η λιμνοθάλασσα της Ροδιάς. Πίσω τα βουνά του Ζαλόγγου
Παρακολουθείστε μια περιήγηση στη Ροδιά στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Ροδιάς.

Τοπίο στον κάτω ρου του Λούρου. Πίσω, το όρος Βαλαώρα
Διαβάστε μια αναλυτική ξενάγηση στη ενότητα στο κεφάλαιο Οι εκβολές του Λούρου.

Η λιμνοθάλασα του Κατάφουρκου
Η ενότητα των υγροτόπων λιμνοθάλασσα Μπούκας, έλος Μπούκας και λιμνοθάλασα του Κατάφουρκου εξετάζονται στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσες Μπούκας και Κατάφουρκου.
Επίσης, το κεφάλαιο Η περιοχή της Αμφιλοχίας περιγράφει τις ιδιαιτερότητες της χερσαίας αυτής πύλης του Αμβρακικού.

Η λιμνοθάλασσα Τσόπελη
Τα φυσικά χαρακτηριστικά και η πλαισίωση από τις αλιευτικές δραστηριότητες περιγράφονται στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Τσόπελη.

Η λιμνοθάλασσα Μάζωμα
Μια σύντομη εικόνα της λιμνοθάλασσας Μάζωμα δίνεται στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Μάζωμα.

Η λιμνοθάλασσα Πωγωνίτσα
Η σημαντικότερη από τις πιο πάνω λιμνοθάλασσες περιγράφεται στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Πωγωνίτσα.

Το μεσαιωνικό κάστρο εποπτεύει τη λιμνοθάλασσα Λιμένι Βόνιτσας
Διαβάστε περισσότερα για τη σημαντικότερη από τις πιο πάνω λιμνοθάλασσες στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Λιμένι Βόνιτσας.
.Διαβάστε μια αναλυτική παρουσίαση της ορνιθοπανίδας του εθνικού πάρκου υγροτόπων Αμβρακικού στο κεφάλαιο Τα πουλιά του Ε.Π. υγροτόπων Αμβρακικού. Παράλληλα, το κεφάλαιο Περιήγηση στο Εθνικό Πάρκο Αμβρακικού, που πλέκει το νήμα μιας μεγάλης περιήγησης γύρω από τον Αμβρακικό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για γνωριμία και σταδιακή εξοικείωση με την περιοχή.
Όπως όλοι οι υγρότοποι, ο Αμβρακικός προσφέρει ένα ευρύτατο πεδίο μακροφωτογράφισης, είτε αυτό αφορά στα φυτά, είτε στα ασπόνδυλα ή στις λεπτομέρειες του μικροτοπίου.

Aster tripolium, ένα χαρακτηριστικό αστέρι των υγροτόπων
Η αναζήτηση φωτογραφικών θεμάτων στη χλωρίδα του Αμβρακικού θα εστιάσει σε είδη που ξεχωρίζουν για την ιδιαίτερη αισθητική τους και όχι για τη σπανιότητά τους. Τα πιο πλούσια χλωριδικά περιβάλλοντα είναι οι φρυγανότοποι (πχ. Μαυροβούνι, λόφος Αγίας Αικατερίνης), οι ορθοπλαγιές γύρω από τη Ροδιά (πχ. βράχοι γύρω από το σπήλαιο Αγίου Βλασίου) και η βραχώδης περίμετρος στα βόρεια (Τσουκαλιό) και τα νότια (πχ. Πωγωνίτσα, Λιμένι Βόνιστας).
11. Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα και Αλυκής Κίτρους

Το τοπίο των αροτριαίων καλλιεργειών και των δεντροστοιχιών στις εκβολές του Αλιάκμονα
Πατήστε για μεγέθυνση
Το τοπίο των αροτριαίων καλλιεργειών και των δεντροστοιχιών στις εκβολές του Αλιάκμονα
Το Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού-Λουδία-Αλιάκμονα και Αλυκής Κίτρους περιλαμβάνει τη ζώνη των εκβολών των ποταμών Γαλλικού, Αξιού, Λουδία και Αλιάκμονα, καθώς και τις γειτονικές εκτάσεις της λιμνοθάλασσας Καλοχωρίου, του υγρότοπου της Νέας Αγαθούπολης και της λιμνοθάλασσας Αλυκής Κίτρους. Η περιοχή αυτή, που συνήθως αναφέρεται για συντομία ως ΓΑΛΑ, από τα αρχικά γράμματα των τεσσάρων ποταμών, είναι ένα από τα μεγαλύτερα υγροτοπικά συστήματα της Ευρώπης.

Ψαροκαλύβα στο Δέλτα Αξιού
Πατήστε για μεγέθυνση
Ψαροκαλύβα στο Δέλτα Αξιού
Αν και σε μεγάλο βαθμό συνεχόμενες, οι πιο πάνω επτά περιοχές έχουν διαφορετική φυσιογνωμία και περιλαμβάνουν διακριτά βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία, προσφέροντας έτσι διαφορετικές ευκαιρίες στο φωτογράφο φύσης.
Σε ότι αφορά στη φωτογραφία τοπίου, το ΓΑΛΑ εναλλάσσει:
- άφθονες εικόνες υγροτόπων, δηλαδή εκτάσεις ρηχών νερών, όπου καθρεφτίζονται οι φιγούρες των παρυδάτιων και υδρόβιων πουλιών
- ιδιότυπες θαλασσογραφίες με κεντρικό θέμα συνήθως τους ψαράδες και φόντο είτε το άδειο πέλαγος, είτε το αστικό σκηνικό της Θεσσαλονίκης ή άλλων οικισμών της περιοχής,
- μεμονωμένα κτήρια ή συστοιχίες από εγκαταστάσεις ψαράδων, αλλού παραδοσιακές και αλλού σύγχρονες, που συμπληρώνται από ψαροκάϊκα και ψαράδες που κάνουν τελετουργικά τις αιώνιες κινήσεις τους
- αγροτικά τοπία, κυρίως εικόνες από γεωργικές εργασίες, όργωμα, σπορά, απαλοιφή των καλαμιών με τη φωτιά, πέρασμα των αγελάδων μέσα από λασπόβαλτους κλπ.
Αναμφίβολα, το ισχυρότερο φωτογραφικό στοιχείο του ΓΑΛΑ είναι τα πουλιά: ο φωτογράφος θα κατακλυσθεί από εκατοντάδες φοινικόπτερα, αναρίθμητους καλαμόκιρκους και γερακίνες, δεκάδες βαρβάρες και κιρκίρια, άφθονες αλκυόνες και διάσπαρτα γλαρόνια και βουτηχτάρια.
Πιο αναλυτικά, στο ΓΑΛΑ αξίζει να εστιάσει κανείς σε:
- το έλος Καλοχωρίου, πολύ εύκολα προσπελάσιμη και γεμάτη από μεγάλα υδρόβια που έχουν εξοικειωθεί με την ανθρώπινη παρουσία,
- τις εκβολές του Γαλλικού και τη ζώνη ανάμεσα στο Γαλλικό και τον Αξιό, μια τεράστια έκταση που συνδυάζει υγροτιπικά και πελαγικά στοιχεία,
- το δέλτα του Αξιού με τους απέραντους αλμυρόβαλτους,
- τις γεωργικές εκτάσεις στις εκβολές του Λουδία και ανάμεσα στο Λουδία, τον Αξιό και τον Αλιάκμονα, όπου περιπολούν καλαμόκιρκοι, γερακίνες και ξεφτέρια,
- τον κάτω ρου και το δέλτα του Αλιάκμονα, όπου παρατάσσονται δεντροστοιχίες, γεωργικές εκτάσεις και απέραντοι αλμυρόβαλτοι και λασπότοποι,
- τον υγρότοπο της Νέας Αγαθούπολης, όπου το χειμώνα καταφεύγουν μεγάλοι πληθυσμοί από παπιά,
- και τέλος τη λιμνοθάλασσα Αλυκής Κίτρους και τους γειτονικούς υγρότοπους, που συμπληρώνουν το μεγάλο αυτό σύστημα.

Φοινικόπτερα στη λιμνοθάλασσα Καλοχωρίου
Πατήστε για μεγέθυνση
Φοινικόπτερα στη λιμνοθάλασσα Καλοχωρίου
Χάρη στα αξιόλογα φυσικά χαρακτηριστικά της, και παρόλη τη γειτνίαση με τον οικισμό και τη διαρκή κίνηση ανθρώπων και οχημάτων, η λιμνοθάλασσα Καλοχωρίου προσελκύει πολλά είδη πουλιών, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν τα φοινικόπτερα, οι κορμοράνοι, τα κιρκίρια, οι βαρβάρες, οι πρασινoκέφαλες πάπιες, οι φαλαρίδες, οι καλαμόκιρκοι και πολλά είδη γλάρων και γλαρονιών.
Διαβάστε μια αναλυτική περιγραφή για το Έλος Καλοχωρίου και προσεγγίστε τις περιοχές των πουλιών, ακολουθώντας τις προτεινόμενες διαδρομές.

Χουλιαρομύτα (Platalea leucorodia) στο δέλτα του Γαλλικού
Στους υπήνεμους θύλακες γύρω από την εκβολή του Γαλλικού αφθονούν οι καστανοκέφαλοι γλάροι, οι κορμοράνοι, οι λαγγόνες, τα μαυροβουτηχτάρια, τα χειμωνογλάρονα, τα σκουφοβουτηχτάρια, οι φαλαρίδες και τα κιρκίρια. Στις λιθορριπές του αναχώματος, κάθε 100 μ. παραμονεύει και από μια Αλκυόνη, συνήθως πολύ ανεκτική απέναντι στο διακριτικό παρατηρητή.
Οι απέραντοι αρμυρόβαλτοι νότια της εκβολής του Γαλλικού είναι ιδιαίτερα κατάλληλοι για τον Καλαμόκιρκο, καθώς και για πολλά παρυδάτια (κυρίως ερωδιούς, αλλά και σκαλίδρες, τρίγγες κλπ). Στις κάπως πιο μόνιμες επιφάνειες νερού τρέφονται πολυάριθμες πάπιες (κυρίως κιρκίρια και βαρβάρες), αλλά και φαλαρίδες, μαυροβουτηχτάρια και νανοβουτηχτάρια και στους απέραντους αγκαθώνες των αναχωμάτων διαχειμάζουν χιλιάδες σπίνοι, φανέτα και τσιφτάδες.

Αλκυόνη (Alcedo atthis) στους ογκόλιθους της ακτογραμμής ανάμεσα στις εκβολές του Γαλλικού και του Αξιού
Στη θαλάσσια περιοχή ανάμεσα στις εκβολές του Γαλλικού και του Αξιού, μαζί με τους επαγγελματίες αλιείς, ψαρεύουν επίσης αναρίθμητες λαγγόνες και κορμοράνοι, αρκετοί αργυροπελεκάνοι και τα πιο πελαγικά από τα βουτηχτάρια, δηλαδή τα σκουφοβουτηχτάρια και τα χειμωνοβουτηχτάρια. Συχνά οι αποστάσεις είναι μεγάλες για φωτογράφιση, αλλά τα πουλιά είναι εξοικειωμένα με τους ανθρώπους και προσφέρουν πολλές ευκαιρίες.

Θαλασσοπρίστης (Mergus serrator) στο θαλάσσιο μέτωπο, ανάμεσα στις εκβολές του Γαλλικού και του Αξιού
Ένα είδος που παρατηρείται συστηματικά στο θαλάσσιο μέτωπο της ζώνης αυτής είναι ο Θαλασσοπρίστης (Mergus serrator). Συναντάμε είτε μεμονωμένα άτομα, είτε μικρές ομάδες των 3-5 ατόμων, που μπορεί να περιπλανώνται στα ανοιχτά, κατά διαστήματα ωστόσο προσεγγίζουν τις λιθορριπές του παράκτιου αναχώματος: χάρη στα ωραία χρώματα και το εμφανές λοφίο, τόσο το αρσενικό όσο και το θηλυκό δίνουν εντυπωσιακές εικόνες.
Τέλος, κάθε αμμουδιά πάνω στην ακτογραμμή φιλοξενεί τους δικούς της πρασινοσκέληδες, τουρλίδες και αργυροπούλια.
Διαβάστε μια αναλυτική περιγραφή για την Εκβολή του Γαλλικού και φωτογραφίστε πουλιά στο θαλάσσιο μέτωπο, αλλά και στις εσωτερικές λίμνες, ακολουθώντας τις προτεινόμενες διαδρομές.

Γερακίνα (Buteo buteo) στις ψαροκαλύβες του Αξιού, με φόντο τον οικισμό της Χαλάστρας
Οι χέρσες εκτάσεις νότια της ευθυγραμμισμένης κοίτης του Αξιού παραμένουν ένα αυθεντικό δελταϊκό τοπίο. Μέσα στις διαδοχικές λούτσες και τις κατάφυτες από αρμυρίκια μικρο-υφέσεις και χέρσα καταφεύγουν μεγάλα κοπάδια υδρόβιων και παρυδάτιων πουλιών, όπως οι Φαλαρίδες, τα Σφυριχτάρια, οι Ερωδιοί και οι Βαρβάρες και κυνηγούν αρπακτικά όπως ο Στικταετός, το Διπλοσάϊνο και ο Θαλασσαετός. Δυστυχώς, το πεδίο αυτό είναι απροσπέλαστο και ο μοναδικός άξονας παρατήρησης και φωτογράφισης είναι το βόρειο ανάχωμα, δηλαδή η προέκταση του δρόμου από το Σπιτάκι και το Παρατηρητήριο του Αξιού.
Ανάλογο ενδιαφέρον έχει και η κοίτη του ποταμού, που φιλοξενεί Γκισάρια και άλλες πάπιες.
Διαβάστε μια αναλυτική περιγραφή για το Δέλτα του Αξιού και αναζητείστε τα πουλιά στα χωράφια, το μαγκρόβιο δάσος και την ακτή, ακολουθώντας τις προτεινόμενες διαδρομές.

Αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus)
Η μικρή εκβολή του Λουδία έχει μόνιμη και έντονη αλιευτική δραστηριότητα, συνθήκες που μπορεί να απωθούν κάποια είδη, αλλά οπωσδήποτε έχουν εξοικειώσει τα παρόντα πουλιά στην ανθρώπινη παρουσία. Έτσι εδώ μπορεί να φωτογραφίσει κανείς βαρβάρες, κύκνους, πελεκάνους, χουλιαρομύτες, βραχοκιρκίνεζα και γερακίνες από μικρή απόσταση.
Διαβάστε μια αναλυτική περιγραφή για την εκβολή του Λουδία και ακολουθείστε τις προτεινόμενες διαδρομές.

Ο Καλαμόκιρκος (Circus aeruginosus) είναι, μαζί με τη Γερακίνα, το πιο κοινό αρπακτικό του ΓΑΛΑ
Το δέλτα του Αλιάκμονα είναι δύσκολα προσεγγίσιμο οδικώς. Οι δρόμοι πάνω στα αναχώματα του τελευταίου τμήματος του ποταμού φέρουν υπέροχες δεντροστοιχίες από λεύκες, όπου θα βρούμε δρυοκολάπτες, στικταετούς και θαλασσαετούς. Ο τολμηρός φωτογράφος μπορεί να αφήσει το όχημά του στο τέλος του βατού δρόμου και να συνεχίσει με τα πόδια, όσο του επιτρέπουν οι συνθήκες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι αγροτικές εκτάσεις, όπου αφθονούν τα ξεφτέρια, οι γερακίνες και οι καλαμόκιρκοι.
Διαβάστε μια αναλυτική περιγραφή για το δέλτα του Αλιάκμονα και προσεγγίστε τα πιο ενδιαφέροντα τοπάι της περιοχής ακολουθώντας τις προτεινόμενες διαδρομές.

Χαλκόκοτα (Plegadis falcinellus)
Στον υγρότοπο της Νέας Αγαθούπολης, χαρακτηριστικές παρουσίες είναι ο Αργυροπελεκάνος, ο Πορφυροτσικνιάς, η Χαλκόκοτα, η Βαρβάρα, ο Θαλασσοσφυριχτής, ο Καπακλής και η Πρασινοκέφαλη πάπια. Παράλληλα, ο υγρότοπος είναι γνωστός για τα πολυάριθμα κιρκίρια, γκισάρια, σφυριχτάρια, ψαλίδες, χουλιαρόπαπιες και άλλα είδη παπιών που φιλοξενεί το χειμώνα, ενώ οι σαρσέλες περνούν κατά τη μετανάστευση και η Βαλτόπαπια κάνει την εμφάνισή της το καλοκαίρι.
Η σελίδα δέλτα του Αλιάκμονα περιλαμβάνει μια αναλυτική περιγραφή για την περιοχή και προτείνει το βέλτιστο τρόπο προσέγγισης.

Νεροχελίδονο (Glareola pratincola) στην Αλυκή Κίτρους
Φωτογραφικά, η Αλυκή Κίτρους και οι υγρότοποι του Κορινού προσφέρουν αρκετά διαφορετικές ευκαιρίες, τόσο λόγω της ευκολότερης προσέγγισης ορισμένων τύπων βιοτόπων, όσο και λόγω της κατά τόπους διαφορετικής βλάστησης. Πάντως, είναι γεγονός ότι στην περιοχή, μπορεί να να πλησιάσει και να φωτογραφίσει κανείς είδη, όπως τη Λευκοσκαλίδρα, το Νεροχελίδονο, το Νανόγλαρο, το Χειμωνόκιρκο ή τη Χαμωτίδα, που δεν τα εντοπίζει εύκολα στα αχανή δέλτα.
Η σελίδα Η αλυκή Κίτρους περιλαμβάνει μια αναλυτική περιγραφή για την περιοχή και προτείνει το βέλτιστο τρόπο προσέγγισης των πολύ ενδιαφερόντων τοπίων της.
Εθνικό Πάρκο Δέλτα Έβρου

Η αλιευτική παρουσία είναι διακριτική και ήπια
Πατήστε για μεγέθυνση
Η αλιευτική παρουσία είναι διακριτική και ήπια

Η παραλία Απαλού με τη Σαμοθράκη
Πατήστε για μεγέθυνση
Η παραλία Απαλού με τη Σαμοθράκη

Οι εσωτερικές λίμνες φιλοξενούν εκατοντάδες Νανόκυκνους
Πατήστε για μεγέθυνση
Οι εσωτερικές λίμνες φιλοξενούν εκατοντάδες Νανόκυκνους

Η λιμνοθάλασσα της Δράνας
Πατήστε για μεγέθυνση
Η λιμνοθάλασσα της Δράνας
Σε ότι αφορά στη φωτογραφία τοπίου, το Εθνικό Πάρκο Δέλτα Έβρου κυριαρχείται από τα πιο πάνω τοπία:
- ο άξονας του Έβρου,
- ατελείωτες ελώδεις εκτάσεις,, όπου εναλλάσσονται αλίπεδα με σαλικόρνιες, κανάλια, εποχικές λούτσες και σταθερότερα εδάφη γύρω από αναχώματα,
- μεγάλες λιμνοθάλασσες, όπως η Δράνα
- ευθυγραμμισμένη κοίτη του χειμάρρου του Λουτρού,,
- κανάλια,
- παράκτια τοπία, που συνίστανται αποκλειστικά σε δυσπρόσιτες μεγάλες αμμουδιές, προσπελάσιμες κυρίως στην περιοχή του Απαλού, δηλαδή στο δυτικό τμήμα του πάρκου
- αμμοθινικές δομές, προσπελάσιμες στο δυτικό τμήμα του πάρκου, στη ζώνη ανάμεσα στην Άνθεια και τον Απαλό

Καλημάνα (Vanellus vanellus) στην περιοχή Δημητριάδη

Οι αμμοθίνες στην περιοχή του Απαλού

Αργυροπούλι (Pluvialis squatarola) στην ακτή του Απαλού
Η ιδιαιτερότητα της παραλίας του Απαλού είναι η εκτεταμένη ζώνη διακύμανσης της στάθμης, που τροφοδοτεί τους οργανισμούς της άμμου στην παλίρροια και ταυτόχρονα τους εκθέτει στους θηρευτές τους στην άμπωτη. Για το φωτογράφο, η περιοχή αυτή είναι δώρο, καθότι μπορεί να βρει μερικά σπάνια είδη, όπως τους μαυρόγλαρους, τις κοκκινοσκαλίδρες και τους ερημοσφυριχτές, αλλά και βάσανο, γιατί η αμμουδιά είναι υγρή είναι ακάλυπτη και τα πουλιά προσεγγίζονται δύσκολα και σηκώνονται εύκολα. Επιπλέον, η ακτή βρίσκεται όλη τη μέρα με κόντρα φως, καθώς η προσπέλαση γίνεται από τη βορινή πλευρά. Μια ήπια συννεφιά και πρωινές ή απογευματινές ώρες, συν ένας μεγάλος φακός, θα δώσουν αρκετά καλά αποτελέσματα.

Ο Ερημοσφυριχτής (Charadrius leschenaultii) στις αμμοθίνες του Απαλού