Το σύμπλεγμα της Ταναΐδας
Κεντρική Εύβοια
Το σύμπλεγμα της Ταναΐδας
Το οροπέδιο της Ταναΐδας

Στο πρώτο πλάνο, το οροπέδιο της Ταναΐδας, στο βάθος η Δίρφυς
Πατήστε για μεγέθυνση
Στο πρώτο πλάνο, το οροπέδιο της Ταναΐδας, στο βάθος η Δίρφυς
Ένα περίγραμμα
Βόρεια του διασέλου Πορτίτσες της Δίρφυος (οδικό πέρασμα από Άγιο Αθανάσιο προς Γλυφάδα) και μέχρι το διάσελο Σταυρός (οδικό πέρασμα από Κοντοδεσπότι προς Λιμνιώνα), από όπου αρχίζει ο Πυξαριάς (1351 μ.), μεσολαβεί ένα δαιδαλώδες και άγριο ορεινό συγκρότημα μέσου υψομέτρου, με κυριότερες κορυφές το Τσαγκαράκι (1117 μ.), τον Ψηλό Βράχο (1117 μ.), τον Καλπακόβραχο (1176 μ.) και την Κερασιά (1089 μ.), οι οποίες παρατίθενται πάνω σε μια βραχώδη κορυφογραμμή.

Η «φρουρά» στο διάσελο Πορτίτσες
Το ανώνυμο αυτό ορεινό τοπίο αναφέρεται συνήθως με το όνομα του πιο γνωστού μορφολογικού στοιχείου του, ως Ταναΐδα. Το συγκρότημα είναι αρκετά απόκρημνο και απομονώνει την παράκτια ζώνη Γλυφάδας-Λιμνιώνα από τα ανάγλυφα αλλά και τη ζωή της Κεντρικής Εύβοιας. Εκτός από τα πλευρικά διάσελα Πορτίτσες και Σταυρός, μοναδικό εσωτερικό βατό πέρασμα της Ταναΐδας είναι το διάσελο Καρτσίνι, στα 940 μ.

Οι βορινές πλαγιές του ορεινού κορμού της Ταναΐδας πέφτουν πάνω από την κοιλάδα της Αγίας Σοφίας και του Λιμνιώνα
Πατήστε για μεγέθυνση
Οι βορινές πλαγιές του ορεινού κορμού της Ταναΐδας πέφτουν πάνω από την κοιλάδα της Αγίας Σοφίας και του Λιμνιώνα
Το παλιό μονοπάτι που περνά από εδώ συνέδεε τη Μακρυκάπα με τα μικροχώρια Κοτσίκια, Νίκη, Κερασιά και Αγριοσυκιά, μέσω της θέσης Βάβουλα, όπου ξωκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης και σημαντική πηγή Τριάδας. Η κοντοπορεία αυτή διερχόταν από πολύ πιο δύσβατο πεδίο από ότι οι στράτες από τις Πορτίτσες και το Σταυρό και χρησιμοποιήθηκε μόνο από κτηνοτρόφους. Η σύνδεση παραμένει εφικτή, καθώς το μονοπάτι διακρίνεται ακόμα.

Το οροπέδιο της Ταναΐδας
Πατήστε για μεγέθυνση
Το οροπέδιο της Ταναΐδας
Το σημερινό ορεινό τοπίο της Ταναΐδας είναι ακατοίκητο: στα δυτικά, τα αγροτικά χωριά Άτταλη, Μακρυκάπα, Επτακόνακα, Πλατάνα, Μακρυμάλλη και Κοντοδεσπότι είναι στην ουσία εγκατεστημένα στην περίμετρο της πεδινής τοπογραφίας, ενώ οι οικισμοί Αγριοσυκιά, Κερασιά, Κοτσίκια και Νίκη, αφού αγωνίστηκαν επί αιώνες να επιβιώσουν γύρω από τους ελάχιστους πόρους που πρόσφεραν τα μικρά οροπέδια ανάμεσα στους ανατολικούς πρόποδες και την βραχώδη ακτή, σήμερα έχουν πρακτικά εγκαταληφθεί.

To ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στα Βάβουλα
Η εικόνα αυτή αντανακλά και την κατοίκηση στην προϊστορία και την αρχαιότητα, όπως προκύπτει από τα διάσπαρτα αλλά όχι ασήμαντα ευρήματα που εντοπίζονται στους μικρούς λόφους των προπόδων του βουνού.

Μικρό μελοσσοκομείο στον Προφήτη Ηλία των Βάβουλων
Με το τέλος της βυζαντινής περιόδου, πάντως, η Ταναΐδα γνώρισε ένα αξιοπρόσεκτο κύμα εποίκησης, από αγρότες της περιμέτρου του Ληλάντιου Πεδίου που αναζήτησαν ασφάλεια στην αγκαλιά της ορεινής τοπογραφίας. Ο κυριότερος ορεινός οικισμός υπήρξε το παλιό χωριό Βάβουλα, που συγκροτήθηκε στην αρχή της Τουρκοκρατίας σε μια σειρά μικρά διαδοχικά οροπέδια στην καρδιά του πευκοδάσους. Τα Βάβουλα απλώνονταν γύρω από μια αξιόλογη πηγή, πλαισιωμένη από ένα θαλερό πλατανόδασος. Κέντρο της συνοίκησης ήταν ο λοφίσκος όπου σήμερα βρίσκεται το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, ενώ άλλα καλύβια έφταναν μέχρι τα λιβάδια πάνω από το μοναχικό σήμερα Προφήτη Ηλία.

της Τριάδας

του Προφήτη Ηλία
Λίγο μετά την Επανάσταση του 1821 οι αγρότες των Βάβουλων μετακινήθηκαν προς τα παλιά καλύβια τους στον κάμπο και συνέπηξαν τη σημερινή Μακρυκάπα, κοντά στο ποτάμι που έκτοτε λέγεται Μακρυκαπιάτικο. Πάντως το τοπωνύμιο Βάβουλα εξακολουθεί να είναι σημαίνον στη Μακρυκάπα ως πατρογονικός τόπος.
Ο γειτονικός συνοικισμός Επτακόνακα είναι επίσης μετακίνηση παλιάς πιο ορεινής συνοίκησης, που ίσως βρισκόταν γύρω από το σημερινό ξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου, στα ανάντη του ομώνυμου ρέματος.

Η Άτταλη, με χαλαρή πλέον δόμηση, απλώνεται σε ολόκληρο τον παλιό κάμπο
Αντίστοιχη είναι η ιστορία της Άτταλης: το σημερινό χωριό αποτελεί μετεγκατάσταση ενός πιο ορεινού οικισμού που βρισκόταν στη θέση Απόγκρεμος. Πρόκειται για μια σειρά οροπέδια και λιβάδια, που σήμερα απλώνονται εκατέρωθεν του κύριου χωματόδρομου προς την Ταναΐδα και επισημαίνονται από 3-4 ξωκλήσια: μπορεί να φανταστεί κανείς ότι τα εκκλησάκια αυτά σημαδεύουν τις θέσεις ισάριθμων συνοικήσεων κτηνοτρόφων. Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι οικογένειες του Απόγκρεμου συσπειρώθηκαν στη σημερινή Άτταλη, γύρω από το βυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, τα λείψανα του οποίου αναγνωρίζονται μέσα στο σημερινό χωριό.

Ο οικισμός της Αγίας Σοφίας
Ανάλογου εξηγηματικού πλαισίου φαίνεται να είναι η χωροθέτηση του χωριού Αγία Σοφία, στις απότομες βορινές πλαγιές του Καλπακόβραχου. Το χωριό συγκροτήθηκε μετεπαναστατικά, πάντα σε χαλαρή διάταξη, από τα γύρω κτηνοτροφικά κονάκια σε ασφαλή θέση με νερά. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το χωριό πήρε το όνομά του από το βυζαντινό ναΰδριο της Αγίας Σοφίας που υπήρχε άλλοτε στο Λιμνιώνα.

Το ελατόδασος μέσα στο καρστικό τοπίο της Ταναΐδας
Πατήστε για μεγέθυνση
Το ελατόδασος μέσα στο καρστικό τοπίο της Ταναΐδας
Όλο το σύμπλεγμα έχει έντονη καρστική τοπογραφία: είναι κατάσπαρτο από δολίνες, φαραγγάκια, μικρές και μεγαλύτερες καταβόθρες, κρημνούς και σκελετικές βραχώδεις μορφές.
Προφανέστερο και πιο ενδιαφέρον στοιχείο μέσα στο περίπλοκο ορεινό ανάγλυφο είναι το οροπέδιο της Ταναΐδας, ένα καρστικό βαθύπεδο ή καλύτερα μια μικρή πόλγη με κάποια εσωτερική υδρογραφία, που απλώνεται νότια του Καλπακόβραχου. Η εντύπωση που προκαλεί η παρουσία ενός σχετικά ευμεγέθους και ιδιαίτερα φιλικού οροπεδίου μέσα στο λαβυρινθώδες και έντονα βραχώδες ανάγλυφο του συμπλέγματος ώθησε τους νεότερους επισκέπτες στη χρήση του τοπωνυμίου Ταναΐδα ως όνομα όλης της περιοχής.
Βλάστηση της Ταναΐδας

Οι κορυφές της Ταναΐδας και η διαδοχή πεύκων, λιβαδιών και ελάτων
Πατήστε για μεγέθυνση
Οι κορυφές της Ταναΐδας και η διαδοχή πεύκων, λιβαδιών και ελάτων
Η βλάστηση του συμπλέγματος είναι τυπική των άλλων μεσαίων βουνών της Κεντρικής Εύβοιας και περιλαμβάνει θαμνώνες, λιβάδια, φρύγανα, πεύκα και έλατα.
- Οι πρόποδες καλύπτονται από μια άγρια, ψηλή και πρακτικά αδιάβατη μακκία, όπου κυριαχούν το Πουρνάρι και οι δύο κουμαριές (η κοινή και η άγρια), με περιορισμένη παρουσία κέδρων, σποραδικές γκορτσιές και εκτάσεις φρυγάνων στα πιο βραχώδη πεδία.
- Αμέσως πιο άνω απλώνεται ένα διασπασμένο πευκοδάσος, που διασώζεται ανάμεσα σε λιβάδια και πετροπλαγιές, οι οποίες άλλοτε καλλιεργούντο ή βόσκονταν εντατικά. Τα πεύκα βρίσκονται υπό καθεστώς ήπιας ρητινοσυλλογής.
- Από το τέλος του πευκοδάσους - και με περιορισμένο βαθμό ανάμιξης - ξεκινά το ελατόδασος, αρκετά ρωμαλέο και συνεχές, αν εξαιρέσει κανείς τα βραχώδη περιγράμματα των αναρίθμητων δολινών και τις ορθοπλαγιές της βόρειας πλευράς.
- Οι κορυφές είναι εξαιρετικά βραχώδεις και σχηματίζουν το τέταρτο βασικό στοιχείο του τοπίου της Ταναΐδας.

Συστάδα ελάτων στις βορινές πλαγιές του συμπλέγματος
Οι δασικές πυρκαγιές στην Κεντρική Εύβοια
Όπως και όλη η δυτική όψη του συγκροτήματος, το ανάγλυφο των ΒΔ κλιτύων της Ταναΐδας είναι ήπιο και συνίσταται από σχετικά ομαλές πλαγιές, κυματιστές ράχες και διαδοχικά οροπέδια. Μετά την υποχώρηση των αγροτικών δραστηριοτήτων, που συντηρούσαν τα παλιά λιβάδια και τους δαιδαλώδεις άξονες κυκλοφορίας των κοπαδιών, η περιοχή καλύφθηκε πλήρως από ψηλή βλάστηση μεσογειακών θάμνων και Χαλέπιου πεύκης. Όταν οι πλαγιές καλύφθηκαν από την ψηλή μακκία, ο εντελώς άνυδρος αυτός τόπος έγινε ακατάλληλος για οποιαδήποτε αγροτική παραγωγή, ακόμα και για την ημινομαδική μελισσοκομία της Εύβοιας. Μέσα στο πευκοδάσος που αγρίευε και ψήλωνε, η ανθρώπινη παρουσία περιορίστηκε στη ρητινοσυλλογή, σε μια στενή λουρίδα γύρω από τους δασικούς δρόμους.

Το μοναχικό ώριμο πεύκο μοιάζει να στέγει τα πευκάκια της νέας γενιάς που θεριεύουν στα πόδια του
Πατήστε για μεγέθυνση
Ένα μοναχικό ώριμο πεύκο στέγει τον υπόροφο της αναγέννησης. Στο βάθος ο ευβοϊκός Όλυμπος
Τον Ιούλιο του 2015, μετά από παρατεταμένη ανομβρία και με έντονους ανέμους, ξέσπασε μια πυρκαγιά στην περιοχή και βρίσκοντας το δάσος σε εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση, το κατέκαψε. Η φωτιά ξεκίνησε από τα πεδινά και έφτασε μέχρι τα οροπέδια της ζεύξης Ταναΐδας-Πυξαριά, όπου και σταμάτησε μπροστά στο διασπασμένο δάσος ελάτων της υψομετρικής ζώνης των 800 μέτρων. Η πυρκαγιά διήρκεσε αρκετές μέρες και αντιμετωπίστηκε από δεκάδες πυροσβέστες με περίπου 20 οχήματα και 4 πυροσβεστικά αεροσκάφη.

πευκοδάσος

Γλυστροκουμαριάς
Ακριβώς δέκα χρόνια μετά την πυρκαγιά, οι πλαγιές έχουν πρασινίσει από την εκρηκτική αναγέννηση των πεύκων και από τα πρεμνοβλαστήματα των πουρναριών και των κουμαριών, ενώ τα πετρώδη πρανή καλύπτονται από αραιές λαδανιές και άλλα φρύγανα. Σήμερα, η ζώνη αυτή δεν δέχεται κανενός τύπου πιέσεις και η ανάκαμψη της φυσικής βλάστησης δεν διακόπηκε από καμμία παρέμβαση. Έτσι, το τοπίο της ΒΔ Ταναΐδας δίνει μια καλή ευκαιρία για παρατηρήσεις και σκέψεις πάνω στη ζωή των μεσογειακών δασών - και κυρίως το περιοδικό «θάνατό» τους από τη φωτιά.

Η εφαρμογή του προγράμματος Antinero στη ζώνη Μίστρος-Σέτα
Έχουν γίνει αναρίθμητες μελέτες με άφθονα ποσοτικά στοιχεία γύρω από τα αίτια εμφάνισης, τους λόγους αύξησης του αριθμού, της έντασης και της έκτασης των πυρκαγιών και αρκετές αναλύσεις για τους τρόπους αντιμετώπισης, ενώ υπάρχει και πλήρης εικόνα των μετρήσιμων επιπτώσεων σε περιουσίες και ανθρώπινες ζωές. Λιγότερο σαφείς είναι οι θέσεις μας για την προετοιμασία και την πρόληψη αλλά και για τις τακτικές οργανωμένης και αποτελεσματικής δράσης για τον περιορισμό ή την κατάσβεση της φωτιάς, ενώ η συζήτηση για τις μεθόδους εκτίμησης της επικινδυνότητας και πρόβλεψης είναι ακόμα σε νηπιακό στάδιο. Παράλληλα, το δραματικό ανάγλυφο της χώρας, οι ελλιπείς υποδομές και η απουσία στοιχειώδους συντονιστικού μηχανισμού κάνουν το έργο της πυρόσβεσης ένα σκοτεινό πεδίο πάλης, ηρωϊσμού και απωλειών. Οι αστικοί και οι τοπικοί πληθυσμοί παρακολουθούν την καταστροφή - και καταναλώνουν την καταστροφολογία - με μεγάλο ενδιαφέρον και συγκίνηση. Την «επόμενη μέρα», όταν δηλαδή η φωτιά σβήσει, το θέμα συνήθως εξαφανίζεται, εκτός και αν έχει τις διαστάσεις να προσφέρει μια ευκαιρία για πολιτικές υποσχέσεις - όπως αυτές που ακούστηκαν στη Βόρεια Εύβοια - ή για δαπανηρές αντιπυρικές πρακτικές - όπως αυτές που υλοποιούνται στην Εύβοια ως τμήμα του προγράμματος Antinero.

Πάνω από τα καμμένα δάση της Ταναΐδας κυνηγά το Διπλοσάϊνο (Accipiter gentilis), κορυφαίο αρπακτικό για την Εύβοια
Από την πλευρά του μεσογειακού τοπίου και της άγριας ζωής, η φωτιά σπάνια και υπό πολύ ιδιαίτερες συνθήκες - που περιλαμβάνουν κυρίως τη σύντομη επανάληψη της πυρκαγιάς ή τις εκτεταμένες παρεμβάσεις αλλαγής χρήσης - μπορεί να προκαλέσει οριστική υποβάθμιση της αξίας του τόπου. Σιγά-σιγά αντιλαμβανόμαστε ότι οι πυρκαγιές αποτελούν μέρος της οικολογίας των μεσογειακών δασικών οικοσυστημάτων και αυτή η επίγνωση μας εξοικειώνει σταδιακά με την έννοια της χρονικής βαθμίδας, που είναι ιδιοσυστατική της λειτουργίας του φυσικού κόσμου, όπου τίποτα δεν είναι στιγμιαίο, παντοτινό ή προβλέψιμο.

Ρητινοσυλλογή στο πευκοδάσος πάνω απο την Πλατάνα
Οι αρνητικές επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών έχουν αναλυθεί επαρκώς και αφορούν τόσο στην άμεση καταστροφή της υφιστάμενης μορφής του οικοσυστήματος, όσο και στην αδρανοποίηση πολλών από τις παραγωγικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες. Συγκεκριμένα, σε βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη κλίμακα θα παρατηρήσουμε:
- απώλεια ζωικών και φυτικών οργανισμών, με αποτέλεσμα τη μείωση της βιοποικιλότητας,
- απώλεια ζωικών και φυτικών ενδιαιτημάτων, με αποτέλεσμα τη φτωχότερη σύνθεση του συστήματος,
- απώλεια εδάφους που μπορεί να αποσαθρωθεί, να εκπλυθεί ή να διαβρωθεί σε βάθος, χάνοντας τον προστατευτικό και παραγωγικό ρόλο του,
- απώλεια αξιών που σχετίζονται με τις οικοσυστημικές υπηρεσίες του δασικού τοπίου, από τη ρητινοσυλλογή και τη μελισσοκομία έως την υδρονομία και τον τουρισμό,
- απώλεια παραγωγικών συστημάτων και υποδομών: καταστροφή καλλιεργειών, μαντριών, ζωϊκού κεφαλαίου, οδικού δικτύου κλπ,
- απώλεια τοπιολογικής αξίας της καμμένης περιοχής, όπου η εικόνα των μαυρισμένων ιστάμενων δέντρων δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα

πευκοδάσος

πευκοδάσος
Από την άλλη, στο νέο τοπίο μετά τη φωτιά η φύση εκκινεί τις μηχανές της ανανέωσης, της εξέλιξης και της προσαρμογής, που προφανώς θα δώσουν καρπούς μετά από πολλές χιλιετίες. Μεσοπρόθεσμα αναμένουμε:
- ανανέωση του δάσους, καθώς τα γέρικα, στρεβλά, ταλαιπωρημένα από τη βόσκηση, την άναρχη υλοτομία και την πολύχρονη ρητινοσυλλογή άτομα θα αντικατασταθούν από νέα δέντρα, με εν δυνάμει καλύτερες προοπτικές,
- ανανέωση της βιοποικιλότητας, καθώς στα πρώτα στάδια της αναγέννησης θα εγκατασταθούν είδη των ανοιχτών εκτάσεων, καθώς και τα ξυλοφάγα έντομα και οι θηρευτές τους και θα ακολουθήσουν είδη του πυκνού υπορόφου μέχρι, μετά από αρκετές δεκαετίες, να επανέλθουν τα είδη του ψηλού δάσους,
- ανανέωση του εδάφους, τόσο χάρη στη σήπουσα κατακείμενη οργανική ύλη και την άφθονη τέφρα, όσο και λόγω της καύσης της σωρευμένης πευκοβελόνας, που εμπόδιζε την ανάπτυξη της ποώδους βλάστησης,
- ανακύκλωση των οικολογικών συνθηκών, με την προσέλκυση ειδών μικτών περιβαλλόντων που είχαν απομακρυνθεί λόγω ανταγωνισμού από τα τυπικά δασικά είδη.

Το Αγριογούρουνο έχοντας ευχέρεια κίνησης τόσο στο δάσος όσο και στον θαμνώνα, είναι το πρώτο ζώο που θα μπει στα καμμένα και θα «καλλιεργήσει» το έδαφος
Στη συγκεκριμένη περίπτωση των ΒΔ πλαγιών της Ταναΐδας, δεν έχουν γίνει καθόλου έργα πυροπροστασίας (αντιπυρικές λωρίδες, δεξαμενές, πυροφυλάκεια), αναδάσωσης ή μεταπυρικής διαχείρισης. Η φύση έχει αναλάβει ανενόχλητη το ρόλο της, καλύπτοντας το τοπίο με έναν πράσινο μανδύα, πιο πυκνό και ζωηρό από ποτέ. Το κοντινό υγιές πευκοδάσος και το υπερκείμενο ελατόδασος εξακολουθούν να φιλοξενούν τα είδη που έχουν ανάγκη τις ψηλές συστάδες, τα οποία πλέον μπορούν να εξερευνήσουν τον κόσμο του νέου δάσους που αναπτύσσεται μπροστά τους.

Θηλυκός Μαυροσκούφης (Sylvia atricapilla)
Ως αποτέλεσμα, στην ευρύτερη περιοχή μπορεί να παρατηρήσει κανείς αρπακτικά που είναι μάλλον δυσεύρετα στην υπόλοιπη Εύβοια όπως το Διπλοσάινο, ενώ το καλοκαίρι θα συγκεντρωθούν μεγάλοι πληθυσμοί από εντομοφάγα πουλιά που θα εστιάσουν στις λάρβες των ξυλοφάγων εντόμων, μια νέα και πλούσια πηγή τροφής που θα προσελκύσει και τα αγριογούρουνα.
Χλωρίδα της Ταναΐδας
Οι βραχώνες των πλαγιών, αλλά κυρίως των κορυφών, φιλοξενούν πολλά ενδιαφέροντα φυτά των συγκεκριμένων βιοτόπων και της ανάλογης υψομετρικής ζώνης.

viscidus

diffusus
Αν και τα φυτά της περιοχής δεν έχει μελετηθεί, η απλή παρατήρηση υποδεικνύει την ομοιότητα της χλωρίδας της ανώτερης ζώνης με εκείνη των γειτονικών περιοχών της Δίρφυος, σε ανάλογο γεωλογικό πεδίο.

attica
subsp. attica

constandini
.
Έτσι, στους βραχώνες θα βρούμε την ενδημική της Κεντρικής Εύβοιας Campanula constandini, αρκετές από τις ιδιαίτερες κενταύριες του νησιού, καθώς και ενδιαφέροντα μέλη των γενών Asperula, Achillea, Alkanna, Allium, Cerastium, Dianthus, Fritillaria, Galium, Hypericum, Malcolmia, Onosma, Saxifraga, Sedum, Silene και Verbascum.

cylindraceum

lutea
Τέλος ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ορχιδέες, με μια καλή εκπροσώπηση των γενών Ophrys και αρκετά είδη του ανοιχτού δάσους (γένη Anacamptis και Dactylorhiza).
Τα πουλιά της Ταναΐδας

Η Ελατοπαπαδίτσα (Periparus ater) είναι το πιο άφθονο στρουθιόμορφο του ελατοδάσους
Η Ταναΐδα αποτελεί τμήμα ενός πολύπτυχου οικοσυστήματος με ημιορεινά και ορεινά χαρακτηριστικά, μέσα στα οποία συμπεριλαμβάνονται αγροδασικές εκτάσεις και παράκτιες ορθοπλαγιές. Όλα τα συστατικά του τοπίου διατάσσονται και εναλλάσσονται σε στενή συνάφεια, δημιουργώντας ένα μωσαϊκό καταστάσεων, μέσα στο οποίο η αφωνία των στείρων πετρότοπων συμπληρώνεται με τη σπαργή των αγροδασικών τοπίων, των παρόχθιων ζωνών και του καθεαυτό δάσους.

Η Κουρούνα (Corvus cornix), πανταχού παρούσα, επίμονη και άφοβη
Αυτή η μωσαϊκότητα μπορεί να αξιοποιηθεί εύκολα από τα ζώα που μετακινούνται έντονα, όπως τα θηλαστικά και τα πουλιά. Έτσι η Ταναΐδα βρίσκεται μέσα στην εμβέλεια κυνηγιού των αρπακτικών της Δίρφυος και των μεγάλων νυχτόβιων των παράκτιων φαραγγιών, ενώ παράλληλα συγκεντρώνει πουλιά του πεδινού δάσους, των φρυγάνων, του ελατοδάσους και των πετροπλαγιών.

Φιλοπερίεργη αλλά και εξαιρετικά επιφυλακτική, η Κίσσα (Garrulus glandarius) θα βρει τον τρόπο να εξετάσει τον παρείσακτο από μια θέση ασφαλείας
Ειδικότερα το ελατόδασος γύρω από το οροπέδιο της Ταναΐδας φιλοξενεί τα περισσότερα από τα αναμενόμενα είδη του βιοτόπου, όπως ξεφτέρια, χουχουριστές, παπαδίτσες και σπίζες, ακόμα και καμποδεντροβάτες, ενώ έχει καταγραφεί και το δυσεύρετο Διπλοσάινο, πρωτεύον αρπακτικό του δάσους που χρειάζεται μεγάλες και σχετικά αδιατάρακτες εκτάσεις.

Όπως και πολλά άλλα ζώα του οροπεδίου, ο Κότσυφας (Turdus merula) θα περάσει αρκετές φορές την ημέρα από τις λούτσες
Οι λίμνες του οροπεδίου, μικρές αλλά μεστές σε αμφίβια, προσελκύουν τα αρπακτικά της περιοχής, όπως τα κορακοειδή, τα γεράκια και τα νυχτοπούλια, ενώ παράλληλα αποτελούν πολύτιμο πόρο ποτισμού για όλα τα μικρά ζώα.

Αν και νυκτόβιο αρπακτικό, ο Χουχουριστής (Strix aluco) ελέγχει και την ημέρα τις λίμνες της Ταναΐδας για κάποιο αφηρημένο αμφίβιο ή κάποιο απρόσεκτο πουλί
Οι μεγάλες ορεινές κοιλάδες ανάμεσα στην Ταναΐδα και τον Πυξαριά προσφέρουν ποικίλες ευκαιρίες κυνηγιού στα ημερόβια αρπακτικά, όπως η Γερακίνα, ο Φιδαετός, το Βραχοκιρκίνεζο και ο Πετρίτης, αλλά και οι Μαυροπετρίτες που φτάνουν εδώ μετά τις πρώτες στάσεις στα νησιά του Αιγαίου.

Η πιο εξοικειωμένη με το ορεινό περιβάλλον από τις σουσουράδες, η Λευκοσουσουράδα (Motacilla cinerea), παραμένει επί μακρόν στο οροπέδιο

Την Άνοιξη, Σταυλοχελίδονα (Hirundo rustica) και Σπιτοχελίδονα (Delichon urbicum) συναγωνίζονται στην οικοδομική δεξιότητα
Προσπέλαση και περιήγηση
Η προσπέλαση και περιήγηση στην Ταναΐδα βασίζεται σε ένα περιορισμένο και δύσβατο οδικό δίκτυο. Ο βασικός δρόμος που διατέμνει το σύμπλεγμα ξεκινά λίγο μετά την Πλατάνα, περνά από έναν αυχένα στα 900 μ. και ξανασυναντά άσφαλτο κοντά στο διάσελο με τον Πυξαριά. Το πρώτο σκέλος του δρόμου, που μέσω ενός παρακλαδιού εξυπηρετεί και το οροπέδιο της Ταναΐδας, είναι μάλλον βατό, το δεύτερο τμήμα όμως, προς το βορρά, είναι εξαιρετικά πετρώδες και διαβρωμένο και συνήθως δεν επιτρέπει τη διάσχιση του ορεινού συμπλέγματος.

Το ξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων στην καρδιά του οροπεδίου της Ταναΐδας
Η καθεαυτό Ταναΐδα, δηλαδή το οροπέδιο, σχηματίζεται σε υπόβαθρο αδιαπέρατων πετρωμάτων που περιβάλλονται από χαμηλούς τοίχους ασβεστόλιθου. Χάρη στην μικρή περατότητα του πυθμένα του οροπεδίου υπάρχει μια μικρή εσωτερική απορροή, που συγκεντρώνεται σε 3-4 ρηχές λιμνούλες: η μεγαλύτερη από αυτές βρίσκεται κρυμένη στον ανατολικό λοβό του οροπεδίου, μέσα στα έλατα.

Η μεγαλύτερη και μακροβιότερη λιμνούλα σχηματίζεται στον ανατολικό λοβό του οροπεδίου
Στο οροπέδιο διατηρούνται μια δεκάδα παράγκες, που άλλοτε εξυπηρετούσαν τους κτηνοτρόφους που διατηρούσαν το μισό χρόνο τα ζώα τους στο ήπιο περιβάλλον των 1000 μ. Οι καλύβες αυτές έχουν βελτιωθεί κάπως και καλύπτουν τις ανάγκες ενός ολιγοήμερου παραθερισμού.
Στο κέντρο του οροπεδίου βρίσκεται η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων και μια ομβροδεξαμενή, κατάλοιπο και αυτή του κτηνοτροφικού παρελθόντος της τοποθεσίας.

Στο δυτικό τμήμα του οροπεδίου, τα όμβρια δημιουργούν 2-3 μικρές λίμνες
Μια μεγαλύτερη λίμνη έχει δημιουργηθεί στις βορινές πλαγιές, στην περιοχή Πλατανάκι. Η λίμνη βρίσκεται μέσα στη ζώνη του Πουρναριού και δεν έχει παρόχθια βλάστηση.

Η λίμνη στο Πλατανάκι
Αναβάσεις και διασχίσεις
Η πεζοπορική εξερεύνηση της Ταναΐδας είναι μια αρκετά περίπλοκη και απαιτητική υπόθεση, λόγω του δαιδαλώδους αναγλύφου και της εγκατάλειψης των μονοπατιών. Η μόνη όδευση που συντηρείται είναι το εναπομείναν τμήμα του παλιού μονοπατιού από τη Μακρυκάπα προς τα Βάβουλα, που περπατιέται ακόμα ως διαδρομή μνήμης από τους ντόπιους. Η διαδρομή καταλήγει στο χώρο αναψυχής του Αγίου Κωνσταντίνου και την κοντινή κρήνη. Από εκεί μπορεί να συνεχίσει κανείς προς το διάσελο Καρτσίνι και να στραφεί δυτικά προς την Ταναΐδα, πάνω σε μια πορεία με έντονο το στοιχείο της περιπέτειας.
Η απευθείας ανάβαση προς την Ταναΐδα ξεκινά από την Πλατάνα και βασίζεται κυρίως στον κεντρικό χωματόδρομο του συγκροτήματος. Μπαίνουμε σε μονοπάτι μετά την περιοχή Απόγκρεμος και διασχίζοντας ένα δύσβατο και δυσνόητο καρστικό πεδίο φτάνουμε στη δυτική είσοδο του οροπεδίου της Ταναΐδας.
Κείμενο & φωτογραφίες: Τ. Αδαμακόπουλος

topoguide Greece
Οδηγός της Ταναΐδας

Ο οδηγός Κεντρική Εύβοια/Δίρφυς topoguide είναι διαθέσιμος για συσκευές Android μαζί με άλλες δεκάδες περιοχές της Ελλάδας, μέσα στη γενική εφαρμογή topoguide Greece. Η Κεντρική Εύβοια/Δίρφυς topoguide περιλαμβάνεται στην ομάδα της Κεντρικής Ελλάδας. Αποκτήστε τον οδηγό Κεντρική Εύβοια/Δίρφυς topoguide ως in-app purchase μέσα από την εφαρμογή.
Ο οδηγός Κεντρική Εύβοια/Δίρφυς topoguide είναι επίσης διαθέσιμος για συσκευές iOS (iPhone και iPad) μέσα από την γενική εφαρμογή πεζοπορικών περιοχών topoguide Greece. Αποκτήστε τον οδηγό Κεντρική Εύβοια/Δίρφυς topoguide ως in-app purchase μέσα από την εφαρμογή.
Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι το topoguide Greece έχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης απεικόνισης έως 15 (δεκαπέντε) περιοχών, επιτρέποντας έτσι την συνολική προβολή πολλών περιοχών της Κεντρικής Ελλάδας και την εύκολη εναλλαγή των διαδρομών, των εκατοντάδων Σημείων Ενδιαφέροντος και των δεκάδων σελίδων του οδηγού με τις αναρίθμητες φωτογραφίες.