Εθνικοί Δρυμοί & Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας

Εθνικοί Δρυμοί
Εθνικά Πάρκα
Θαλάσσια Πάρκα της Ελλάδας

Σύντομο ιστορικό της ιδέας του Εθνικού Πάρκου

Η έννοια του Εθνικού Πάρκου αφορά σε μια φυσική περιοχή στην οποία ισχύουν ειδικοί όροι χρήσης του χώρου, τέτοιοι που να συμβάλλουν στη διατήρηση των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών της.

Ο όρος "πάρκο" αναφέρεται συνήθως σε απόλυτα ή σχετικά φυσικές περιοχές, ιδιαίτερης οικολογικής αξίας ή/και μεγάλης βιολογικής ποικιλότητας ή/και ιδιαίτερης τοπιολογικής, γεωλογικής ή συμβολικής σημασίας, ενώ ο όρος "εθνικό" σηματοδοτεί τόσο το ενδιαφέρον και την ευθύνη των κρατικών οργανισμών, όσο και τη θέση που έχει ο τόπος αυτός στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα
Το εμβληματικό τοπίο των θερμών πηγών του Yellowstone National Park

Αν και όροι προστασίας δασικών, εδαφικών, λιβαδικών ή θηραματικών πόρων είχαν ήδη διατυπωθεί για μεγάλες περιοχές στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, η πρώτη κήρυξη ενός καθεστώτος προστασίας με κύριο σκοπό τη διατήρηση των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών του τόπου, εξαγγέλθηκε το 1872 για την περιοχή του Yellowstone στις ΗΠΑ. Διόλου τυχαία, η κίνηση αυτή συνέπεσε χρονικά με την εμφάνιση ενός έντονου φυσιολατρικού ρεύματος και τη γένεση μιας σειράς βιβλίων και άρθρων με αντικείμενο τη βαθύτερη κατανόηση των φυσικών λειτουργιών και αξιών.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα
Pyrenees National Park

Έκτοτε ξεκίνησε μια αλληλουχία εξελίξεων στο θεσμικό, διοικητικό, επιστημονικό και ακτιβιστικό πεδίο, που οδήγησε στη σημερινή, αρκετά ώριμη και ταυτόχρονα αρκετά ευέλικτη αντίληψη για τις προστατευόμενες περιοχές. Ειδικά στην Ευρώπη, μέσα από την εμπειρία δεκάδων κρατών και σημαντικών επιστημονικών και κοινωνικών φορέων, διατυπώθηκε ένα περίγραμμα παραμέτρων για την αξιολόγηση, χωροθέτηση, ζώνωση και λειτουργία των προστατευόμενων περιοχών και οργανώθηκε μια γκάμα τύπων προστασίας, άλλοτε περισσότερο προσανατολισμένη στην προστασία των ειδών και της βιοποικιλότητας και άλλοτε σχεδιασμένη με ευρύτερους στόχους, στις οποίους περιλαμβάνεται και η αξιοβίωτη συνύπαρξη των εδραίων ανθρώπινων κοινωνιών.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα
Bellunesi Dolomites National Park

Πάνω στους άξονες αυτούς, έχουν διατυπωθεί από μεγάλους διεθνείς οργανισμούς, όπως η IUCN (International Union for the Conservation of Nature), ορισμένα πρακτικά κριτήρια, όπως της ελάχιστης νοούμενης επιφάνειας, των συμβατών δραστηριοτήτων, του βαθμού θεσμικής κάλυψης κλπ. Με βάση αυτές τις θεωρήσεις, το σύγχρονο εθνικό πάρκο είναι μια περιοχή ιδιαίτερης περιβάλλοντικής και τοπιολογικής σημασίας, όπου ισχύουν ειδικοί όροι χρήσης και φύλαξης, με σκοπό την στο διηνεκές διάθεσή της για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, την έρευνα, την επιμόρφωση και την αναψυχή.

Η δημιουργία των Εθνικών Πάρκων στην Ελλάδα

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Η κορυφή Στεφάνι στον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου

Η σημασία της προστασίας της ελληνικής φύσης και της συμβολικής αξίας των ορεινών τοπίων επισημάνθηκαν από το 1937, κατά τη σύνταξη του πρώτου στην Ελλάδα νομικού πλαισίου για τους εθνικούς δρυμούς. Την επόμενη χρονιά ιδρύθηκε ο Εθνικός Δρυμός Ολύμπου και ακολούθησε αμέσως η ίδρυση του Εθνικού Δρυμού Παρνασσού, που υπήρξαν για λίγες δεκαετίες οι μόνοι δυο Εθνικοί Δρυμοί της χώρας.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Οι κορυφές της Γκαμήλας στο Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου

Μέχρι το 1974, είχαν κηρυχθεί σταδιακά 8 ακόμα εθνικοί δρυμοί υπό τη σχετική έννοια του Ν. 996 του 1971: έξι περιοχές στην ηπειρωτική Ελλάδα, μια στην Κρήτη και μια στην Κεφαλονιά. Η εφαρμογή των όρων προστασίας, που συχνά ηχούσαν ανέφικτα αυστηροί, παρέμενε χαλαρή, είτε επειδή ο σκοπός της προστατευόμενης περιοχής παρέμενε αβέβαιος, είτε επειδή η αφορώμενη περιοχή έμπαινε σε τροχιά ανάπτυξης και ο χώρος έβρισκε νέο προορισμό.

Χαρακτηριστικό της βραδύτητας ωρίμανσης του όλου πλέγματος είναι ότι οι πρώτες - και μάλλον βιαστικές - μελέτες καταγραφής της βιοποικιλότητας των περισσότερων περιοχών έγιναν στη δεκαετία του 1980. Εντωμεταξύ, στις προστατευόμενες ζώνες είχαν κατασκευαστεί χωρίς καμία μελέτη επιπτώσεων χιονοδρομικά κέντρα (Παρνασσός), καταφύγια (Όλυμπος), χώροι αναψυχής (Οίτη) και τηλεπικοινωνιακά κέντρα (Πάρνηθα και Αίνος), ενώ το έργο εκτροπής του κεντρικού ρέματος της Βάλια Κάλντα (ΕΔ Πίνδου) απετράπη την τελευταία στιγμή. Σε γενικές γραμμές, μόνο στον Όλυμπο και τη Σαμαριά, αμφότερα προσοδοφόροι τουριστικοί προορισμοί, γινόταν αισθητή η ύπαρξη κάποιου κανονιστικού πλαισίου.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Οι ελληνικοί πληθυσμοί του Αγριόγιδου διασώθηκαν χάρη στην προστασία που προσέφεραν οι Εθνικοί Δρυμοί Ολύμπου, Οίτης και Βίκου-Αώου

Η δεκαετία του 1980 σημαδεύτηκε από τη σύνταξη του νόμου Ν. 1650 του 1986 που μετέφερε στο χαρτί το αποτέλεσμα των ζυμώσεων τεσσάρων δεκαετιών προσπαθειών προστασίας. Ο νόμος θεσμοθετούσε ένα εύρος από εδραιωμένες και πρακτικές θέσεις, αλλά περιλάμβανε και ασαφείς έννοιες, όπως η περιοχή Οικοανάπτυξης. Το σύνολο του νομοθετήματος απηχούσε τις αναζητήσεις της εποχής για τον τρόπο ένταξης της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος τόσο στις περιοχές έντασης, όσο και σε περιοχές αποψιλωμένες δημογραφικά και αναπτυξιακά αδύναμες.

Οπωσδήποτε, βοηθούμενος και από το ευνοϊκό κλίμα της εποχής, ο περίφημος αυτός Νόμος-πλαίσιο για το Περιβάλλον συνέβαλε καταλυτικά στην εξέλιξη της έννοιας του Εθνικού Δρυμού από ένα "δασικό πόρο", αποκλειστικής ευθύνης μιας αναχρονιστικής Δασικής Υπηρεσίας, σε ένα κοινωνικό αγαθό, συναντίληψης όλης της επιστημονικής κοινότητας και συνευθύνης όλου του πληθυσμού.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας: Cephalanthera cucullata
Cephalanthera
cucullata
(ΕΔ Σαμαριάς)
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας: Paeonia parnassica
Paeonia
parnassica
(ΕΔ Παρνασσού)
Δυο από τα σπανιότερα φυτά της ελληνικής χλωρίδας, που επιζούν κάτω από την κάλυψη του καθεστώτος Εθνικού Δρυμού της περιοχής τους

Η μετάβαση από τη δασική οπτική μονού σκοπού στις σύγχρονες και διεπιστημονικές Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες, η αντιμετώπιση της οριοθέτησης των υγροτόπων διεθνούς σημασίας της σύμβασης Ramsar ως αντικείμενο χωροταξικού σχεδιασμού, η εμπλοκή - ουσιαστικά η γένεση - των περιβαλλοντικών οργανώσεων νέας εποχής, που πλέον υλοποιούσαν προγράμματα έρευνας και εφαρμοσμένης προστασίας, η αυξανόμενη ευαισθητοποίηση του αστικού πληθυσμού απέναντι στα θέματα προστασίας μιας - πάντα άγνωστης και μακρινής, αλλά πλέον ιδιαιτέρως συμπαθούς - φύσης και τέλος η δημιουργία διαδοχικών γενεών βιολόγων και δασολόγων νέας νοοτροπίας, συνέπεσαν με την άφιξη του Κοινοτικού ενδιαφέροντος (και χρήματος) και όλα μαζί τροφοδότησαν δυο δεκαετίες ραγδαίων εξελίξεων.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Το θεσμικό πλαίσιο του Ε.Π. Λ/Θ Μεγολογγίου-Αιτωλικού καλύπτει έναν από τους μεγαλύτερους υγροτόπους της Μεσογείου

Μείζονες καρποί της κινητικότητας της περιόδου αυτής υπήρξαν η παγίωση του καταλόγου Natura 2000 ως ενός πολύτιμου χωρικού εργαλείου, η δημιουργία των θαλάσσιων πάρκων Βορείων Σποράδων και Ζακύνθου και η παραγωγή καταλόγων Red Data Books για διάφορες ομάδες οργανισμών, που βοήθησαν να οργανωθεί καλύτερα η πληροφορία - αν και οι πολλαπλοί συναγερμοί επέφεραν μια άμβλωση της έννοιας του επείγοντος.

Η ωρίμανση και η νέα πρόκληση των Εθνικών Πάρκων

Από την αρχή του νέου αιώνα και μέχρι σήμερα έγιναν πολλά και σημαντικά βήματα στον τομέα της αποσαφήνισης του ρόλου και του μέλλοντος των προστατευόμενων περιοχών, με κυριότερα την αναβάθμιση μεγάλων περιοχών Natura 2000 σε νέα, ανώριμα ακόμα, αλλά επιτέλους θεσμοθετημένα Εθνικά Πάρκα και την ίδρυση των φορέων διαχείρισης, που συνέλεξαν εμπειρίες και πρόσφατα μετασχηματίστηκαν σε ισχυρότερες Μονάδες Διαχείρισης μεγάλων ενοτήτων πολλών και διαφορετικής φύσης προστατευόμενων περιοχών.

Παράλληλα, με όλα τα νέα μέσα οργάνωσης της πληροφορίας, γίνεται πλέον σαφέστερη και ευκολότερη η αξιολόγηση της σημασίας των προστατευόμενων περιοχών. Έτσι σήμερα ξέρουμε ξεκάθαρα ότι οι περιοχές αυτές, μέσα από την πολυετή προσπάθεια πολλών φορέων, ανάμεσα στους οποίους η Δασική Υπηρεσία βρέθηκε σαφώς στην πρώτη γραμμή, ακόμα και κάτω από τις φτωχές συνθήκες υλοποίησης των όρων φύλαξης και προστασίας που άντεχε η εποχή, πέτυχαν τον κυριότερο στόχο τους: να φέρουν το χώρο και τους ζωντανούς οργανισμούς του σε καλή κατάσταση από το τότε στο σήμερα, ώστε μέσα από την βελτιωμένη θεώρησή μας να τους βοηθήσουμε να πάνε ακόμα καλύτερα στο μέλλον.

Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Ο πληθυσμός του Αργυροπελεκάνου στη χώρα μας υπερδεκαπλασιάστηκε μέσα στη διάρκεια λειτουργίας του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών

Έτσι, η προσπάθεια φροντίδας των Εθνικών Δρυμών κατάφερε:

  • να συγκρατήσει και να αντιστρέψει τη μείωση των πληθυσμών των μεγάλων θηλαστικών, αρπακτικών, υδρόβιων και παρυδάτιων, όπως του λύκου, που σήμερα εξαπλώνεται, της αρκούδας, που βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση από ποτέ, του αγριόγιδου, που πλέον ανακτά την παλιά κατανομή του, του τσακαλιού που ευημερεί, του αργυροπελεκάνου και πολλών άλλων,
  • να διατηρήσει τα τοπία σχεδόν ανέπαφα, κυρίως αποθαρρύνοντας τους επιβολείς μέσω της φθοράς της περιβαλλοντικής εικόνας τους,
  • να εμπνεύσουν γενιές νέων επιστημόνων ώστε να ασχοληθούν με την καταγραφή και προβολή του φυσικού πλούτου και την ευαισθητοποίηση του κοινού,
  • να διασώσουν το υλικό και θεσμικό έδαφος πάνω στο οποίο έγιναν οι ζυμώσεις που συνέβαλαν στην εξέλιξη των γνώσεων, των νοοτροπιών και εντέλει της πεποίθεσης για την κοινή ευθύνη της διατήρησης του πλανήτη.
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Το Εθνικό Πάρκο Πρεσπών κηρύχθηκε ως Διασυνοριακό Πάρκο, η πρώτη διαβαλκανική προστατευόμενη περιοχή

Από την άλλη, μέσα στο διάστημα αυτό, τρεις βασικοί προγραμματικοί στόχοι της προστασίας, και μάλιστα στενά συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αν και δεν απομακρύνθηκαν, πάντως δεν επετεύχθησαν:

  • να ανατραπεί ή έστω να συγκρατηθεί η συνεχής τάση αλλαγής του αγροτικού παραγωγικού μοντέλου, που αποσύρει τον άνθρωπο από το φυσικό χώρο και από δυναμικό συνεργό τον κάνει αδύναμο διαχειριστή,
  • να μεταφέρει μέρος έστω της έννοιας του πλούτου, τον οποίο περιέχει αυτοδίκαια το αντικείμενο της προστασίας, σε χειροπιαστό ώφελος για τους κατοίκους των περιοχών αυτών,
  • και κυρίως να δώσει στους εθνικούς δρυμούς μια αναγνωρίσιμη ταυτότητα ως τόπων γνώσης, εμπειριών και επιτυχημένης διαχείρισης.

Από τις πιο πάνω αδυναμίες, η πρώτη δεν είναι στο χώρο ευθύνης των μονάδων διαχείρισης των εθνικών πάρκων, των περιβαλλοντικών οργανώσεων και πολύ περισσότερο των ενθουσιωδών επιστημόνων και εθελοντών: είναι προφανώς θέμα των τάσεων της οικονομίας του δυτικού κόσμου.

Η δεύτερη αστοχία σχετίζεται με την παράταση χρήσης ενός ξεπερασμένου λεξιλογίου με το οποίο κτίστηκε στη δεκαετία 1990-2000 η διαλεκτική ανάμεσα στις περιβαλλοντικές οργανώσεις με την κοινωνία. Οι ιδιωτικές αυτές οργανώσεις περιέγραψαν μια απλουστευμένη και εύπεπτη εικόνα της φύσης, με τον άνθρωπο σε αμφίσημο ρόλο, τον οποίο ερχόταν να βελτιώσει ο καλοπροαίρετος εθελοντής ή επιστήμονας. Η βεβιασμένη και σχεδόν πάντα έξωθεν της τοπικής κοινωνίας παρέμβαση αυτή οδήγησε στην εδραίωση ομάδων χρηματοδοτούμενων ειδικών που υλοποίησαν, εν παραλλήλω των εν πλήρη αγνοία και αξιοσημείωτα ανεκτικών τοπικών θεσμών, μια νέα γραμμή εξουσίας, η οποία αυτοσυστήθηκε ως μεσσιανική. Η αστοχία των πολιτικών των απρόσκλητων αυτών τοπικών "διακυβερνήσεων" είναι φανερή σε ορισμένες περιοχές, όπως η Πρέσπα και η Δαδιά, όπου μετά από δεκαετίες παρεμβάσεων, περιβάλλον και τοπικές κοινότητες εξακολουθούν να υπόκειται στους μείζονες νόμους μιας ατάκτως μεταβαλλόμενης φύσης, μιας αμείλικτης χωροταξίας και μιας οικονομίας του 19ου αιώνα.

Από την πιο πάνω παράγραφο, φαίνεται ότι η περιορισμένη ενωμάτωση των προστατευόμενων περιοχών στο κοινωνικό γίγνεσθαι ίσως πρέπει να χρεωθεί στις αποκλίνουσες συνιστώσες που εξακολουθούν να περιβάλλουν τα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος στη χώρα μας και στην εμβόλιμη ανάμιξη εξωγενών, ιδιόρρυθμων και συχνά ιδιοτελών παραγόντων, που εν τέλει αποπροσανατολίζουν τις εξελίξεις.

Με δυό λόγια, κάτω από αυτές τις αδυναμίες και παρόλα τα τεράστια βήματα που έχουν γίνει, τα ελληνικά εθνικά πάρκα παραμένουν ένα μικρό μέρος των δυνάμεων που κινούν τον πολιτισμό και την πρόοδο.

Πίνακας των Εθνικών Δρυμών και Πάρκων και Θαλάσσιων Πάρκων

Εθνικοί Δρυμοί & Εθνικά Πάρκα της Ελλάδας
Πατήστε σε ένα πολύγωνο για άνοιγμα της αναλυτικής σελίδας

Χερσαίοι Δρυμοί & Πάρκα

Μετά την αρχική κήρυξη των 10 Εθνικών Δρυμών ανάμεσα στα έτη 1938 και 1974, ακολούθησε η σύμπτυξη των δρυμών Βίκου-Αώου και Πίνδου στο μεγάλο Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου, η δημιουργία των Εθνικών Πάρκων Χελμού-Βουραϊκού, οροσειράς Ροδόπης και Τζουμέρκων, Περιστερίου και χαράδρας Άραχθου, η έκδοση - επιτέλους - του Προεδρικού Διατάγματος για το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς και τέλος η προώθηση του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών ως Διασυνοριακό Πάρκο, εγκαινιάζοντας έτσι την πρώτη διεθνή προστατευόμενη περιοχή.

Παράλληλα, έγιναν αρκετά ερευνητικά έργα, κατασκευάστηκαν κέντρα ενημέρωσης, εκδόθηκαν συγγράματα, χάρτες και οδηγοί και κατασκευάστηκαν πολλοί και χρήσιμοι ιστότοποι.

Έτσι, σήμερα η χώρα στολίζεται από 13 χερσαία πάρκα, που όλα καλύπτουν ορεινές περιοχές (φυσικά η Πρέσπα περιλαμβάνει δυο λίμνες και η Δαδιά έχει πολύ χαμηλό υψόμετρο). Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο μικρός αυτός κατάλογος περιλαμβάνει εξαιρετικά αντιπροσωπευτικές περιοχές και ενδεχομένως καλύπτει ένα ικανοποιητικό ποσοστό του ορεινού τοπίου της χώρας. Με την αναβάθμιση και διεύρυνση των Μονάδων Διαχείρισης, ξεκινά μια νέα εποχή για τις περιοχές αυτές - και μάλλον έγκαιρα, δεδομένης της πρόσφατης στροφής προς τον πεζοπορικό τουρισμό και την περιπέτεια στη φύση.

Υγροτοπικά πάρκα

Ξεκινώντας το 2000 με το Εθνικό Πάρκο Σχινιά, που κατά κάποιο τρόπο αποτελούσε μέρος των Ολυμπιακών έργων, μέσα σε λίγα χρόνια θεσπίστηκαν 9 πάρκα που κάλυψαν τους σημαντικότερους υγροτόπους, τις κύριες λιμνοθάλασσες και τον κάτω ρου και τις εκβολές των μεγάλων ποταμών.

Η ταχύτητα με την οποία επιτελέστηκε αυτός ο άθλος οφείλεται στην κεκτημένη εμπειρία, στη μεγάλη ζύμωση που είχει προηγηθεί με τη διαδικασία οριοθέτησης των περιοχών Ramsar, στην οποία μετείχε σύσσωμη η περιβαλλοντική κοινότητα, και στην έντονη πίεση που ασκείτο σχετικά με το πόσο εύτρωτες είναι αυτές οι περιοχές.

Πρακτικά, οι εννέα αυτές περιοχές συγκεντρώνουν το σύνολο των σημαντικών υγροτόπων της χώρας και ανακουφίζουν την ανάγκη προστασίας των ευαίσθητων λιμναίων και παράκτιων οικοσυστημάτων. Από την άλλη, πρόκειται για περιοχές μεγαλύτερων εντάσεων από ότι τα ορεινά πάρκα, τόσο επειδή οι δημογραφίες του κάμπου εξακολουθούν να έχουν προσδοκίες ευημέριας από τους γύρω πόρους τους, όσο και επειδή τα υδάτινα σώματα διαπλέκονται έντονα με την ευρύτερη παραγωγική δομή.

Θαλάσσια Πάρκα

Πεδίο πολύχρονης και σε οξείς τόνους αντιπαράθεσης, η υπόθεση των θαλάσσιων χελωνών στη Ζάκυνθο αποτέλεσε το μεγαλύτερο "σχολείο" για τη διοίκηση και τον περιβαλλοντικό χώρο. Ο Λαγανάς υπήρξε η μοναδική περιοχή στην Ελλάδα όπου υπήρξε ηχηρή σύγκρουση ενδιαφερόντων και συμφερόντων - προφανώς επειδή υπήρχαν συμφέροντα.

Το ζήτημα φαίνεται ότι διευθετήθηκε θεσμικά και κανονιστικά και η τοπική τουριστική βιομηχανία έχει αποδεχθεί τις μικρές απώλειες ελευθεριών (ή ασυδοσιών, κατά περίπτωση) εν ονόματι μιας καλύτερης περιβαλλοντικής εικόνας, την οποία επανεντάσσει στο επιχειρηματικό προφίλ της.

Στον αντίποδα της γεμάτης χρήσιμα συμπεράσματα περιπέτειας της Ζακύνθου, το πάρκο των Βορείων Σποράδων θεσπίστηκε και ωρίμασε σε ένα ήσυχο κλίμα ελάχιστων αμφισβητήσεων. Σήμερα αποτελεί έναν από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς πόρους της Αλοννήσου.

Το αύριο των Εθνικών Πάρκων:
μια αιρετική ματιά

Στο μεσογειακή λεκάνη, οι τέσσερις μεγάλες εντότητες περιβάλλοντος - το αγροδασικό τοπίο, τα ορεινά συστήματα, ο παράκτιος και θαλάσσιος χώρος και οι υγρότοποι - σχηματίζουν ένα μωσαϊκό, μέσα στο οποίο οι διαβιούν οι φυτικοί και ζωϊκοί οργανισμοί.

Το αγροδασικό περιβάλλον στην Ελλάδα και τη λοιπή Ευρώπη

Είναι αξιοπρόσκτο ότι τα Εθνικά Πάρκα καλύπτουν τις τρεις από τις πιο πάνω ενότητες: το αγροδασικό τοπίο, χώρος σημαντικών αν και μειούμενων εντάσεων, χώρος ήσσονος αριθμητικά βιοποικιλότητας, χώρος τέλος με μικρό συμβολικό ρόλο, εξαιρέθηκε από τις ζώνες προστασίας. Η καίρια συμπληρωματικότητα του αγροδασικού χώρου στην ισοστασία των πλούσιων σε αριθμούς και συμβολισμούς ορεινών πάρκων, μόλις άρχισε να γίνεται αντιληπτή. Φυσικά ο τρόπος διαχείρισης του πλούτου των τεράσιων αυτών αγροδασικών ενοτήτων παραμένει ζητούμενος.

Είναι επίσης κοινή διαπίστωση ότι η βιοποικιλότητα των ευρωπαϊκών οικοσυστημάτων δεν είναι εγκλωβισμένη στην ορεινή ζώνη, αλλά διαχέεται - και προς το παρόν ευημερεί - σε μεγάλης κλίμακας αγροδασικές περιοχές. Τα λίγα είδη που ζουν στο ορεινό περιβάλλον συχνά έχουν ήδη υποστεί πληθυσμιακή κατάρρευση και επανεισαγωγή.

Αντίθετα, ο ελληνικός αγροδασικός χώρος βρίσκεται σε μια ασαφή και χωρίς κανόνες διαπραγμάτευση με την αναχρονιστική παραγωγική διαδικασία των αγροτικής οικονομίας, που συντηρείται κυρίως με εργαλεία της αγοράς και συνεπώς παρουσιάζε ακαμψία στο να τεθεί σε ρυθμίσεις.

Πρόσφατα, ολοένα και περισσότερα εμβληματικά ζώα, όπως η Αρκούδα, το Τσακάλι, ο Λύκος, το Ζαρκάδι και κυρίως το Αργιογούρουνο, εισβάλλουν στον αγροδασικό χώρο - πολλές φορές και στην ημιαστική ή και την αστική περίμετρο - αποδεικνύοντας μεν τη σημασία των ορεινών πάρκων που κατάφεραν να διαφυλάξουν την ποικιλότητα, αλλά ταυτόχρονα και την ανεπάρκειά τους, καθότι δεν μπορούν να αποτελέσουν καίριο ζωτικό χώρο βιώσιμων πληθυσμών.

Η προστασία του ορεινού περιβάλλοντος

Οι ελληνικές οροσειρές σχηματίστηκαν από την σύγκρουση της αφρικανικής πλάκας με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή και έχουν την κατεύθυνση της γενικής γραμμής επαφής και καταβύθισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το υψόμετρο των μεγάλων ελληνικών βουνών - καθώς και οι σχετικές βαλκανικές σειρές - κυμαίνεται από τα 2000 έως τα 2500 μ., με μοναδικές εξαιρέσεις τον Όλυμπο (2918 μ) και τη Ρίλα (2.925 μ). Είναι επίσης σημαντικό ότι η σύνθεση και η έκταση της ορεινής βλάστησης, καθώς και η κατανομή και ποικιλότητα της χλωρίδας και σε μεγάλο βαθμό και της πανίδας, επηρεάστηκαν από ορεογραφικούς, κλιματικούς και βιογεωγραφιούς παράγοντες, ανάμεσα στους οποίους καθοριστικοί υπήρξαν η κάλυψη των ορεινών όγκων από τους παγετώνες του Τεταρτογενούς, οι μεταβολές στη θερμοκρασία και την υγρασία και η συνοχή της ορεινής τοπογραφίας. Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι πολύ μικρότερης διάρκειας και ειδικά στο ορεινό περιβάλλον, πολύ μικρότερης έντασης.

Σε ότι αφορά στη προστασία της φύσης, το ελληνικό ορεινό περιβάλλον απολαμβάνει μιας σαφούς προτίμησης, με μια δεκάδα μεγάλων Εθνιθκών Δρυμών και Πάρκων και πολλών μικρότερων ή ειδικού σκοπού περιοχών. Οι λόγοι αυτής της προτίμησης είναι πολλοί : συμβολικοί, ιστορικοί, περιβαλλοντικοί αλλά και τεχνικοί και κοινωνικοί, καθώς οι περιοχές αυτές αποτελούν ζώνες μικρότερης έντασης, ειδικά μετά τα μέσα του 20ου αιώνα - από τις αρχές του 21ου αιώνα οι ορεινές περιοχές δέχονται πλέον πιέσεις σημειακά, αλλά ο υπόλοιπος χώρος έχει αποδεσμευτεί από την τοπική παραγωγική μηχανή.

Σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά Εθνικά Πάρκα, που ουσιαστικά αποτελούν χώρους κανονικοποιημένης υποδοχής υπαίθριων δραστηριοτήτων, τα ελληνικά πάρκα συνιστούν κυρίως χώρους προστασίας της βιοποικιλότητας. Η διαπίστωση αυτή έχει διττή όψη: από τη μια, τα ελληνικά ορεινά πάρκα είναι συνυφασμένα με μια πιο αυθεντική εικόνα, από την άλλη ως θεσμοί έχουν μικρό αποτύπωμα στην οικονομία και την κοινωνία της περιοχής.

Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον των Εθνικών Πάρκων

Το παρελθόν αφορά την αργή, σταδιακή συγκρότηση των περιβαλλοντικών παραμέτρων στην περιοχή που θεσπίσαμε ως Πάρκο, μια διαδικασία που έγινε σε γεωλογικούς και βιολογικούς ρυθμούς. Τεκτονική, γεωμορφολογία, εποίκηση της βλάστησης, μετακίνηση και εξέλιξη των φυτικών και ζωϊκών ειδών, μεταβολές στις κλιματικές συνθήκες, βιογεωγεωγραφικοί ελιγμοί με την ανάπτυξη και εξαφάνιση διόδων και ρυθμιστικών ειδών, οδήγησαν στη διαμόρφωση του βιολογικού και περιβαλλοντικού μίγματος της περιοχής.

Το παρόν, δηλαδή ένας μικρός αριθμός δεκαετιών πριν και μετά από τον τρέχοντα χρόνο, είναι μια ασήμαντη περίοδος στη ζωή της περιοχής, των ειδών και του περιβάλλοντός της, είναι όμως η στιγμή που εμείς μπορούμε αντιληφθούμε και να αξιολογήσουμε, κυρίως ποσοτικά, τα στοιχεία της περιοχής, χρησιμοποιώντας μεθόδους που εξελίξαμε τους τελευταίους δύο αιώνες ή και μερικά πολύ πρόσφατα εργαλεία, αμφίβολης αντικειμενικότητας και ωριμότητας, όπως η προσπάθεια αποτίμησης των υπηρεσιών που μας προσφέρει η φύση.

Το μέλλον της περιοχής είναι μια εικόνα που δεν μπορούμε εύκολα να ζωγραφίσουμε, κυρίως επειδή δεν έχουμε κατανοήσει καλά το παρελθόν της. Η προσπάθεια ερμηνείας του πάρκου είναι κατά βάση ανθρωποκεντρική, τόσο ως προς την εκτίμηση της αξίας του, όσο και ως προς την αποτίμηση των παραμέτρων που το επηρεάζουν: και τα δυο θέματα εκφράζονται μέσα από μια ανθρώπινη αντίληψη σε ενεστώτα χρόνο. Είναι προφανές, ότι κανείς δεν θέλει να παραδεχτεί ότι ένας υγρότοπος μπορεί σταδιακά να γίνει μικρότερος, ρηχότερος ή βαθύτερος αποκλειστικά λόγω των φυσικών διαδικασιών, και η τάση μας είναι να επαναφέρουμε το σύστημα στην κατάσταση που έχουμε αποτυπώσει, ακόμα και αν υποψιαζόμαστε ότι η αποτύπωση αυτή είναι στοιχειώδους αντιπροσωπευτικότητας.

Παράλληλα, το όλο θέμα βρίσκεται μπροστά σε νέα ερωτήματα: Αν για παράδειγμα οι αρκούδες μετακινηθούν ακόμα πιο μαζικά από το χώρο του Εθνικού Πάρκου Πίνδου προς την πολύ καταλληλότερη για αυτές ημιορεινή περίμετρο των Γρεβενών, αν οι λύκοι, ακολουθώντας το παράδειγμα των τσακαλιών, εποικίσουν μόνιμα τις αγροτικές ζώνες, συναντώντας την πληθυσμιακή έκρηξη των αγριογούρουνων, πως θα εκφραστούν χωρικά οι όροι προστασίας των ζώων αυτών, καθόσον βρίσκονται πλέον σε μια περιοχή συνήθων παραγωγικών δραστηριοτήτων.

Κείμενο και φωτογραφίες: Τ. Αδαμακόπουλος