Γεωγραφία του Πόρου και της Τροιζηνίας
Γεωγραφία της Τροιζηνίας

Η κώμη Τροιζήνα, η χερσόνησος των Μεθάνων και τα νησιά του Σαρωνικού
Παιδί μιας ιδιόμορφης αλλά χαρισματικής γεωγραφίας, η Τροιζηνία άνθισε για χιλιετίες μέσα σε ένα φυσικό πλαίσιο εξαιρετικών ευκαιριών: ένας πλούσιος κάμπος, με άφθονα νερά και προστατευμένος από ένα χαμηλό αλλά συμπαγές ορεινό τείχος, απλώνεται μπροστά σε ένα μοναδικό φυσικό ναυτικό καταφύγιο, το οποίο φυλάσσεται από μια σειρά νησίδες-φρυκτωρίες και βγαίνει στο Σαρωνικό μέσα από την αγκαλιά δυο πελώριων πέτρινων βραχιόνων. Ελάχιστοι άλλοι τόποι στην Ελλάδα μπορούν να χαρούν τις δύο φύσεις, τη θαλασσινή και τη χερσαία, με τόση αμεσότητα και εγγύτητα, όπως η Τροιζηνία.
Ένα περίγραμμα
Η Τροιζηνία απλώνεται ανάμεσα στις επικράτειες της Επιδαύρου και τα ανατολικά όρια της Ερμιονίδας. Η γεωγραφία της είναι άνιση, αλλού πεδινή, πλούσια και χαμογελαστή και αλλού ξεκομένη, δαιδαλώδης και άκαρπη. Το ορεινό τμήμα της δημιουργείται από δυο στιβαρούς ασβεστολιθικούς όγκους, το Ορθολίθι (1103 μ.) και το Μεγαλοβούνι (1110 μ.) και μια πολύ εκτεταμένη αλλά άμορφη μάζα φλύσχη, τις Αδέρες, που παρόλο το μέγεθός τους δεν ξεπερνούν τα 800 μ. (ψηλότερη κορυφή Ζυγός, 786 μ.). Η κατοίκηση στους ορεινούς λαβυρίνθους υπήρξε ανέκαθεν ελάχιστη: η ένταση της δημογραφίας και του πολιτισμού εστίασε στο παράκτιο μέτωπο.

Γενική εικόνα της δυτικής Τροιζηνίας, με τα Μέθανα στο βάθος
Οι παράκτιες ευκαιρίες δημιούργηκαν από την αποσύνθεση της μεγάλης μάζας φλύσχη των Αδερών, που πρόσχωσε μια εκτεταμένη πεδινή ζώνη, ανάμεσα στα Μέθανα και το Λεμονοδάσος. Τα υλικά του φλύσχη, αναμεμειγμένα με ασβεστολιθικές λατύπες και αργιλικές ιλύες, δημιούργησαν έναν εύφορο κάμπο, που τον άρδευσαν οι απορροές των Αδερών. Στους βόρειους πρόποδες των βουνών και πάνω στη ροή του πιο σημαντικού ποταμού της πλευράς αυτής συσπειρώθηκε στα ιστορικά χρόνια η αρχαία Τροιζήνα, μια από τις πιο αξιόλογες πόλεις της ΒΑ Πελοποννήσου. Τριγύρω της αρθρώθηκαν μια ομάδα μικρότερων πολισμάτων, που έζησαν μέσα από τη λάμψη της.

Η κορυφογραμμή των Αδερών
Η Τροιζηνία εισδύει στο Σαρωνικό με δυο μεγάλα πέτρινα «μανιτάρια», τα Μέθανα στα δυτικά - που αρχικά υπήρξαν νησί - και τον Πόρο στο κέντρο. Ανάμεσα στον Πόρο και τους χερσαίους βραχίονες διαμορφώνεται ο μεγάλος κόλπος Πόρου-Βυδίου, μια πραγματική εσωτερική θάλασσα με διπλή επικοινωνία, το Στενό του Πόρου από τη μια και το δίαυλο Γαλατά-Πόρου από την άλλη.
Ο μεγάλος αυτός τροιζηνιακός κάμπος είναι κατάστικτος από οικήσεις και εγκαταστάσεις. Σήμερα, τα κύρια οικιστικά κέντρα είναι η Τροιζήνα, τα Μέθανα, ο Πόρος και ο Γαλατάς.
Ένα ποικίλο φυσικό περιβάλλον
Η κάλυψη της Τροιζηνίας χαρακτηρίζεται από δυο μεγάλες ενότητες, τη φυσική βλάστηση των Αδερών και την αγροτική ζώνη των αλούβιων αποθέσεων.
Οι Αδέρες συνιστούν ένα ιδιαίτερο από πλευράς βλάστησης ορεινό συγκρότημα, με κύριο χαρακτηριστικό ότι δεν έχουν δάσος. Το βουνό βρίσκεται στην Ευμεσογειακή ζώνη και κανονικά θα έπρεπε να καλύπτεται πλήρως ή σε μεγάλο βαθμό από δάση Χελεπίου πεύκης. Αντ΄αυτού, οι Αδέρες καλύπτονται από ένα συνεχές θαμνοτόπι, που έχει πλέον κερδίσει ύψος, ιδίως στις βορεινές και πιο υγρές πλαγιές.

Τυπική εικόνα των φρυγάνων στην κορυφογραμμή των Αδερών
Η κατάσταση των Αδερών είναι προφανώς το αποτέλεσμα μακραίωνης πίεσης από βόσκηση και πυρκαγιές. Στην εξέλιξη αυτή συνηγόρησε και το έδαφος που είναι μάλλον φτωχό.

Το οροπέδιο Καλυβίτσα στις Αδέρες
Το ανάγλυφο του φλύσχη περιλαμβάνει λίγα και μικρά οροπέδια, όπως το οροπέδιο Καλυβίτσα, στα οποία, χάρη στην παρατεταμένη παρουσία των κτηνοτροφικών ζώων, έχουν διανοιχτεί λιβάδια. Διάσπαρτες μέσα στα λιβάδια θα δούμε λίγες γκορτσιές. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι σε όλη τη λοφοσειρά των Αρενών δεν υπάρχει ούτε μια ανθρώπινη εγκατάσταση, εκτός από τις στάνες, που και αυτές βρίσκονται μεσόπλαγα προς τα χωριά της περιμέτρου.

Quercus ilex

Quercus ilex
Στο πλούσιο θαμνώνα των Αδερών θα συναντήσουμε συστάδες Αριάς (Quercus ilex), μια αείφυλλη βελανιδιά της μεσογειακής ζώνης που έχει ιδιαίτερη σημασία για την αγροτική οικονομία: παρέχει το καλύτερο και πιο εμπορεύσιμο «άγριο» κάρβουνο.

Κουκουναριά στο Βύδι
Στην πεδινή Τροιζηνία αξίζει να σημειωθεί η παρουσία μεμονωμένων ατόμων Κουκουναριάς (Pinus pinea), φυτευμένων ως καλλωπιστικά μέσα ή κοντά σε κτήματα.
Το Λεμονοδάσος
Το Λεμονοδάσος είναι μια μεγάλη, ενιαία ως προς τη χρήση, έκταση σε έναν προστατευμένο από τους ανέμους και αρκετά μακριά από την αλμύρα της θάλασσας θύλακα, γύρω από τον αραιό οικισμό Άρτιμος, σχεδόν στο ανατολικό άκρο της Τροιζηνίας. Πρόκειται για μια επιφάνεια 600 στρεμμάτων, κατατμημένη σε ιδιοκτησίες, με ελάχιστες κατοικίες. Η είσοδος στην ενότητα γίνεται από τον κεντρικό δρόμο Γαλατά-Ερμιονίδας, στο ύψος του Αγίου Σεραφείμ. Στο μυχό της λεκάνης, οι πηγές από τις οποίες αρδεύεται ο τόπος σχημάτιζαν έναν μικρό καταρράκτη. Οι πηγές τροφοδοτούσαν μια μεγάλη ομάδα νερόμυλων, από τους οποίους ο τελευταίος, ο μύλος του Καρδάση, έφτασε να λειτουργεί μέχρι και μεταπολεμικά.

Τα άνθη της λεμονιάς, στολίδι του Λεμονοδάσους
Όλη η έκταση καλύπτεται από οπωρώνες, που περιλαμβάνουν μια μεγάλη ποικιλία από καλλιέργειες: όλα τα είδη εσπεριδοειδών, μουσμουλιές, ελιές, ροδιές κλπ. Το μωσαϊκό του τοπίου συμπληρώνουν ανεμοφράκτες από κυπαρίσσια, ακαλλιέργητα ή παραμελημένα κτήματα, δυο ξενώνες και το εκκλησάκι της Παναγίας του Άρτιμου. Κατά τόπους συναντάμε τμήματα του ανενεργού πλέον δικτύου αυλακιών που άρδευαν τα κτήματα - σήμερα η υπηρεσία αυτή γίνεται με ένα πλέγμα κλειστών αγωγών.

Στην Παναγία του Άρτιμου
Μετεπαναστατικά, το Λεμονοδάσος φιλοξενούσε περίπου 20.000 λεμονιές, αλλά και έναν ολόκληρο γαλαξία από συνοικισμούς, όπως το Καραπολίτη, τα Μπισσέικα, τον Άρτιμο, το Περγάρι και το Φουρκαρί. Χάρη στην υψηλή τιμή που είχαν τότε τα λεμόνια, το Λεμονοδάσος ήταν ο σπουδαιότερος γεωργικός πόρος της περιοχής του Πόρου. Δυστυχώς, το 1873 τα δέντρα προσβλήθηκαν από κομμίωση και ξεράθηκαν σχεδόν στο σύνολό τους. Το σημερινό Λεμονοδάσος είναι το αποτέλεσμα της εντατικής αναφύτευσης των κτημάτων μια δεκαετία αργότερα με ανθεκτικές νερατζιές - που μπολιάστηκαν σε λεμονιές.
Στις αρχές του 20ού αιώνα η παραγωγή ξαναπαίρνει ανοδική πορεία, για να φτάσει την παλιά οικονομική απόδοσή της στη δεκαετία του 1950, χάρη στις μεγάλες εξαγωγές προς την τότε Σοβιετική Ένωση και την Κεντρική Ευρώπη.

της αναγέννησης
του Λεμονοδάσους
χαραγμένη στην πέτρα

της 2ης έκδοσης
του έργου του Κοσμά Πολίτη
«Λεμονοδάσος»
Μεταπολεμικά, το Λεμονοδάσος, ήδη γνωστό για την αξιόλογη παραγωγή λεμονιών και λεμονοχυμού, έγινε, για την ανθίζουσα τότε αστική τάξη της Αθήνας, προσφιλής τόπος περιπάτου. Γύρω από αυτή τη ρομαντική πλευρά του τόπου πλέκεται το μυθηστόρημα του Κοσμά Πολίτη "Λεμονοδάσος", που γράφτηκε το 1930 και αφηγείται την πορεία και τις αμφισημίες των επιλογών ενός νέου ζευγαριού της περιοχής.
Από την Τροιζήνα στο Βύδι

Ο υγρότοπος στο Βύδι και στο βάθος η Τροιζήνα, στη βάση των Αδερών
Το σύνολο που συντίθεται από τις μικρές Αδέρες, το Σκαφοβούνι, τον όρμο Βυδίου, το Δρεπάνι και το Στενό του Πόρου είναι ένας ένας πραγματικός τοπιολογικός πίνακας, όπου περισσεύει η γαλήνη και η ηπιότητα και δεν λείπει τίποτα.

Οι ορεινές λεκάνες στο Σκαφοβούνι. Σε δεύτερο πλάνο η χερσόνησος και ο οικισμός των Μεθάνων
Ανάντι από το Βύδι κυριαρχεί το μεγάλο αλουβιακό ριπίδιο που κατεβαίνει από το Ορθολίθι και τις Αδέρες μέχρι την ακτή. Ο κάμπος αυτός διαρρέεται από ένα μικρό ποτάμι, που φτάνει στην επαφή με το ασβεστολιθικό Σκαφοβούνι και εκβάλει προς το μυχό του όρμου, μέσα από μια στενή αλλά ολοζώντανη εκβολή. Από πάνω της, το Σκαφοβούνι χαρακτηρίζεται από ένα ιδιόμορφο ανάγλυφο ομαλών λεκανών - στις οποίες πιθανόν οφείλει το όνομά του - και μικρών κορυφών, που βλέπουν τόσο προς τον Πόρο όσο και προς τα Μέθανα.
Κοντά στον αραιό αγροτικό συνοικισμό Βύδι άνθισε το Κτήμα Κακουράτου, ένα προβιομηχανικό ελαιοτριβείο, που δεχόταν την παραγωγή των απέραντων ελαιώνων της Τροιζήνας.
Το Κτήμα Κακουράτου

Το κύριο κτίριο του κτήματος Κακουράτου
To Κτήμα Κακουράτου έχει έκταση 2.000 στρέμματα και βρίσκεται στην περιοχή Μάζωμα, στο βόρειο άκρο του υγροτόπου του Βυδίου. Το κτήμα αποτέλεσε ένα πολύ ενδιαφέρον μίγμα έπαυλης και παραγωγικού αργοκτήματος και συγκέντρωσε πολλά νεοτεριστικά για την εποχή και την περιοχή στοιχεία, όπως μηχανοκίνητο σύστημα άρδευσης και κυρίως έναν ενδιαφέροντα συνδυασμό καλλιεργειών εσπεριδοειδών (1800 λεμονιές, πολλές πορτοκαλιές και μανταρινιές) και άλλων οπωροφόρων με έναν μικρό αλλά πολύ αποδοτικό ελαιώνα.

Το μνημειακό συγκρότημα της εισόδου του κτήματος Κακουράτου
Η άρδευση γινόταν από βαθύ πηγάδι, που περνούσε κάτω από τον υφάλμυρο υδροφορέα, μέσω μεγάλης ντηζελοκίνητης αντλίας και μεγάλης ανοιχτής δεξαμενής. Το νερό έφτανε στους οπωρώνες με ένα εκτενές πλέγμα ανοικτών και κλειστών αγωγών, μέρος των οποίων ενσωματώθηκε στο μαντρότοιχο του - σχεδόν οχυρού - περιβόλου. Τέλος, υπήρχε και πριστήριο, για την αξιοποίηση της ξυλείας.

Τμήμα του πήλινου υδραγωγού στον εξωτερικό μαντρότοιχο του κτήματος Κακουράτου
Το 1962 το κτήμα πουλήθηκε στον Γερμανό Herman Kirchof, ο οποίος προσπάθησε να δημιουργήσει πρότυπη τουριστική μονάδα. Το σχέδιο είχε μεγάλο αντίκτυπο στην αγροτική κοινωνία της περιοχής - όλο το Βύδι μετονομάστηκε σε «Γερμανικά» -, ωστόσο δεν ολοκληρώθηκε και το κτήμα ξαναπουλήθηκε στην οικογένεια Νικόλαου Οικονόμου.
Οι υγρότοποι της Τροιζηνίας

Η λιμνοθάλασσα Ψήφτα
Στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων
Πατήστε για μεγέθυνση
Η λιμνοθάλασσα Ψήφτα
Στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων
Στη βάση της ασβεστολιθικής μάζας που συγκρατεί το «μανιτάρι» των Μεθάνων, δηλαδή στους νότιους πρόποδες του λόφου Αδέρες (καμία σχέση με το ομώνυμο ορεινό συγκρότημα) που πάνω του βρίσκονται τα χωριά Μεταμόρφωση και Τακτικούπολη, απλώνεται μια ζώνη σχεδόν μηδενικού υψομέτρου, που συνδέει τους λοβούς των δυο όρμων, το Βαλάρι με το Βύδι. Αυτή η ζώνη κάποτε θα ήταν εξ'ολοκλήρου καλυμένη με βάλτους. Σήμερα το κέντρο της λουρίδας αυτής είναι χέρσο και πάνω του πατάει ο δρόμος Επιδαύρου-Μεθάνων-Γαλατά, εκατέρωθεν όμως διατηρούνται δυο ελώδεις εκτάσεις, που επικοινωνούν με τη θάλασσα, δηλαδή δύο λιμνοθάλασσες: η Ψήφτα στα ΒΔ και το Βύδι στα ΝΑ.

Το παράκτιο έλος του όρμου Βύδι και το πέταλο του υγροτόπου Δρεπάνι
Πατήστε για μεγέθυνση
Το παράκτιο έλος του όρμου Βύδι και το πέταλο του υγροτόπου Δρεπάνι
Παρόλες τις πιέσεις, οι δύο αυτές λιμνοθάλασσες εξακολουθούν να συνιστούν σπουδαίους υγρότοπους, με μεγάλη ποικιλία βλάστησης, αξιόλογο πλούτο χλωρίδας και φυσικά σημαντική ορνιθοπανίδα. Το κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Ψήφτας επιχειρεί μια συνοπτική παρουσίαση του υγρότοπου της Ψήφτας, ενώ η σελίδα Παράκτιο έλος όρμου Βύδι δίνει τα βασικά στοιχεία για το πλέγμα υγροτόπων στο μυχό του όρμου Βύδι, τμήμα του οποίου είναι και ο υγρότοπος Δρεπάνι.
Αντίστοιχα, στις εξόδους των αλουβιακών λεκανών της ζώνης Τροιζήνας-Γαλατά σχηματίζονται δυο ακόμα υγρότοποι, σήμερα συμπιεσμένοι ανάμεσα στις γεωργικές και αστικές χρήσεις. Πρόκειται για την Εκβολή ρέματος Γκρόμαν και το Παράκτιο έλος Τομπάζη.

Η λιμνοθάλασσα Αλυκή Πόρου
Πατήστε για μεγέθυνση
Η λιμνοθάλασσα Αλυκή Πόρου
Τέλος, μετά από παλαιότερες παρεμβάσεις, η ζώνη ρηχών νερών που σχηματίζεται ανάμεσα στη χέρσο και ένα νησάκι μετατράπηκε σε μια αλμυρή λίμνη, που αξιοποιήθηκε ως ημιφυσική αλυκή και λέγεται Αλυκή Πορου. Ο χώρος έχει παρόχθια βλάστηση και ευχάριστο περιβάλλον και εντάσσεται στις ζώνες περιπάτου του Λεμονοδάσους. Το υγροτοπικό σύστημα, που επικοινωνεί με τη θάλασσα μέσα από ένα στενό κανάλι, περιγράφεται στο κεφάλαιο Λιμνοθάλασσα Αλυκής Πορου.
Κείμενο και φωτογραφίες: Τ. Αδαμακόπουλος

topoguide Greece
Οδηγος για τον Πορο και την Τροιζηνια
Ο οδηγός είναι διαθέσιμος για συσκευές Android ως μία απο τις δεκάδες διαθέσιμες περιοχές της Ελλάδας, μέσα στη γενική εφαρμογή topoguide Greece. Η ενότητα Πόρος-Τροιζηνία περιλαμβάνεται στην ομάδα της Πελοποννήσου. Αποκτήστε τον οδηγό Πόρος-Τροιζηνία topoguide ως in-app purchase μέσα από την εφαρμογή.
Ο οδηγός Πόρος-Τροιζηνία topoguide είναι επίσης διαθέσιμος για συσκευές iOS (iPhone και iPad) μέσα από την γενική εφαρμογή πεζοπορικών περιοχών Topoguide Greece. Αποκτήστε τον οδηγό του Πόρου και της Τροιζηνίας ως in-app purchase μέσα από την εφαρμογή, επιλέγοντάς τον από την ομάδα της Πελοποννήσου.
Περπατήστε στον Πόρο και την Τροιζηνία και γνωρίστε τον πλούτο τους με τη βοήθεια του μοναδικού οδηγού για την περιοχή.
